Στις στοές του θανάτου: Όταν ο Τζαίημς «συναντά» τον Χασάν

Στις στοές του θανάτου: Όταν ο Τζαίημς «συναντά» τον Χασάν

Η λογοτεχνική αλληγορία που ακολουθεί, γράφτηκε με αφορμή την δολοφονία 301 ανθρώπων, σε ανθρακωρυχείο της Τουρκίας, τον Μάη του 2014. Σαν να μην πέρασε μια μέρα, μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι λέξεις, τουλάχιστον 41 ανθρακωρύχοι είναι νεκροί, έπειτα από «ατύχημα», στις στοές της Αμάσρα, στις βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Στον βωμό της «προόδου» και του άμετρου κέρδους, υπάρχει εξουσία που δεν θα έκανε θυσίες;

 

Ουαλία, Οκτώβρης του 1796. Ο ήλιος ρίχνει τις πρώτες του ακτίνες στο πρόσωπο της μέρας, γνέφοντας  έτσι στο χρόνο να κυλήσει τους αγέραστους δείκτες του μια στάλα ακόμη. Το φως της μέρας δεν είναι ωστόσο για όλους∙ ο Τζαίημς και τ’ αδέρφια του θα κατέβουν και σήμερα στις στοές∙ δεκαοχτώ με είκοσι ώρες την ημέρα. Είναι μόλις δέκα χρόνων, μα δεν παραπονιέται∙ εξ άλλου είναι ο μεγαλύτερος από τους αδερφούς του. Το χωράφι που καλλιεργούσαν, πάππου προς πάππον, πατάτες και λίγα λαχανικά για να ζουν, το κατέσχεσε ο ιδιοκτήτης των ανθρακωρυχείων για ψίχουλα χρέη. Η «ατυχία» δεν χτύπησε όμως μόνο τη δική τους πόρτα∙ όλοι οι άντρες[1] και τα αγόρια του χωριού άνω των πέντε ετών δουλεύουν στο ανθρακωρυχείο.

Ο Τζαίημς μοιράζεται το πετρωμένο του ξεροκόμματο με το λιλιπούτειο σκυλί[2] που του χάρισε  ο πατέρας του να τους φυλάει τα βράδια∙ τις ελάχιστες ώρες που τους «προσφέρονται» για ύπνο, κοιμούνται κατάχαμα και αν τους κρίνουν οι επιστάτες «αποδοτικούς», τους δίνουν στην ζούλα κανένα χιλιομπαλωμένο ημικλινοσπέπασμα. Τι ευτυχία. Σηκώνει το κεφάλι και αποχαιρετά για σήμερα τον ήλιο. Παίρνει στο ’να χέρι το κλουβί με το καναρίνι,[3] στ’ άλλο το φτυάρι και την αξίνα∙ διαβαίνει σκυφτός και σκουντούφλης το άνοιγμα της  στοάς, που χάσκει σαν στόμα άλικου τέρατος από γοτθικό παραμύθι.

Ο Τζαίημς και η οικογένεια του χρειάζονται ψωμί. Το εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας «χρειάζεται» κάρβουνο. Η «πρόοδος» του πολιτισμού «χρειάζεται» πολύ κάρβουνο, περισσότερα εργοστάσια και ακόμη περισσότερους Τζαίημς. Μέρα νύχτα. Με «ανταμοιβή» το πνευμονικό οίδημα και τον θάνατο. Για ένα κιλό φασόλια και τρεις ζαρωμένες πατάτες ημερησίως∙ δίκαια πράγματα. Μέρα νύχτα. Μια σταλιά παιδιά να φτυαρίζουν νυχθημερόν κάρβουνο. Πως αλλιώς θα επαίρεται άλλωστε το κουρελόπανο της Βρετανικής αυτοκρατορίας στα μήκη και τα πλάτη της υδρογείου;

Και μια στιγμή, που μπορεί να ’ναι κάθε στιγμή, η στοά καταρρέει. Άνθρωποι, πόνος και δυστυχία θάβονται κάτω από τόνους χώμα και λιγνίτη. Το σκυλί άδικα θα γαυγίζει στο σκοτάδι∙ ο Τζαίημς θα κοιμηθεί αλλού απόψε. Και οι πατάτες που του φύλαξαν για δείπνο θα βλαστήσουν. Η «πρόοδος» όμως δεν νοιάζεται γι’ αυτά∙ διψά για κάρβουνο. Ποιος θα γίνει εμπόδιο στο εξπρές του πολιτισμού; Και το κράτος θα πει: Δεν φταίει κανένας, αυτά συμβαίνουν[4]. Το ορυχείο να επαναλειτουργήσει απόψε κιόλας. Όσο εμείς κατασκευάζουμε ανάγκες, θα υπάρχουν Τζαίημς και όσο υπάρχουν αυτοί, οι πολιτισμός θα προχωρά. Που και που θα δίνουμε κανένα «προνόμιο», εάν και όπου ξεσπούν ταραχές και αν βεβαίως η βία δεν θα ’ναι αρκετή από μόνη της να τις καταστείλει. Έτσι, μια με το καρότο και δυο με το μαστίγιο, οι μικροί και μεγάλοι Τζαίημς αυτού του κόσμου θα κάνουνε την δουλειά μας για αιώνες. Και όλα θα προχωρούν όπως τα έχουμε σχεδιάσει…

Από τότε μέχρι και σήμερα, οι βίαιοι κοινωνικοί αγώνες που σχετίζονται άμεσα με την εκμετάλλευση και εξαθλίωση των ανθρώπων στα πάσης φύσεως ορυχεία, είναι ουκ έστιν αριθμός. Από τις Η.Π.Α και την Βρετανία, μέχρι το Γιοχάνεσμπουργκ και την Σέριφο στα «καθ’ ημάς». Ωστόσο, στη θέση των εξεγερμένων, ακόμη και όταν ο αγώνας τους είναι στοχευμένα βίαιος με αντικρατικές διαθέσεις, οι «εκπρόσωποί» τους, είτε εκ των προτέρων είτε στην πορεία,  θέτουν αιτήματα στους εξουσιαστές. Έχει σημασία τώρα αν αυτά είναι ρεφορμιστικά, όπως το να λάβουν αύξηση δυο δεκάρες παραπάνω ή αν είναι  «ριζοσπαστικά», όπως η αυτοδιαχείριση των ορυχείων; Όχι βέβαια.

Η ανθρώπινη απληστία δεν σταματά. Ο άνθρωπος βάζει τον άνθρωπο να ζει σαν έντομο, θαμμένο σ’ όλη του τη ζωή, για να ξεκοιλιάζει τα έγκατα της γης, να βρει τα πετρώματα και τα μεταλλεύματα, που δεν θα είναι, όμως, ποτέ αρκετά να την χορτάσουν. Δηλητηριάζει το νερό, τον αέρα, αλλάζει τον καιρό, προσπαθεί να ελέγξει τα πάντα. Οργανώνει ταξίδια στο διάστημα, να βρει κι εκεί ζωή να καταστρέψει∙ όλο το σύμπαν μοιάζει να γυρίζει σα ρουλέτα κέρδους και ζημίας. Η ψυχή όμως δεν υποτάσσεται, υπάρχει. Δεν καταδέχεται να φωλιάσει μέσα στους μικρόνοες και τους κοντόφθαλμους. Πετάει μαζί με τα πουλιά μέσα στις τσιμεντένιες φυλακές που ονομάσαμε ζωή, μας ορμάει με την αγριότητά της, όταν τολμούμε να την αντικρίσουμε. Είναι η άγρια πνοή της ελευθερίας∙ αγκαλιάζει κάθε πλάσμα που άντεξε να την δει κατάματα, έστω και για μια στιγμή.

 

σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση

 

[1]Είναι πολλές ωστόσο οι περιπτώσεις που οι γυναίκες, αλλά και τα μικρά κορίτσια, «εργάζονταν» μέχρι εξοντώσεως στα ορυχεία, συχνότατα ακόμη και στα ίδια με τους άντρες πόστα.

[2]Δεν είναι ευρέως γνωστό, αλλά τα μικρόσωμα σκυλιά της ράτσας York Shire terrier, πριν καταλήξουν στις φυλακές των pet shop και εν συνεχεία, έναντι αδρής αμοιβής, στα πολυτελή σαλόνια, φυλούσαν τα παιδιά που κοιμόνταν έξω από τα ορυχεία της Βρετανίας. Υπάρχουν μάλιστα και ουαλικά λαϊκά τραγούδια του 18ου αιώνα, όπου τα παιδιά ευχαριστούν τα μικρά αυτά σκυλιά, διότι σώζουν τα αυτιά τους από τα δόντια των… ποντικιών.

[3]Μέχρι την επινόηση των αντιασφυξιογόνων μασκών, ο μπροστάρης όσων «εργάζονταν» στα ορυχεία έφερε ένα κλουβί με καναρίνι. Μιας και τα συμπαθέστατα αυτά πουλιά είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στα δηλητηριώδη αέρια, θυσιάζονταν για να προειδοποιήσουν όσους βρίσκονταν βαθιά στις στοές πως τους απόμενε ελάχιστος χρόνος μέχρι την έξοδο, αν δεν ήθελαν να έχουν και οι ίδιοι την πικρή τύχη του μελωδικού πτηνού.

[4]Η αντίστοιχη δήλωση του Ερντογάν για την εκατόμβη νεκρών στα ορυχεία της Σόμα ήταν: Τα δυστυχήματα στα ανθρακωρυχεία είναι συνηθισμένα. Ψέματα; Κυνικός ο τύραννος, αλλά αληθής.

Comments are closed.