Η ειρκτή της «συναινετικής πραγματικότητας»
Δεν έχει σημασία ποιο μονοπάτι θα διαλέξεις. Υπάρχουν ένα εκατομμύριο μονοπάτια κι όλα είναι ίδια γιατί δεν οδηγούν πουθενά. Αρκεί το μονοπάτι να το ακολουθήσεις χωρίς φόβο και χωρίς φιλοδοξία. Και αρκεί το μονοπάτι να έχει καρδιά.
Carlos Castaneda
Αντικρίζουμε το πρώτο φως σε μια προκαθορισμένη για εμάς πραγματικότητα. Το πλαίσιο αυτό -όπως και στις μέρες μας- είναι τόσο αυστηρά δομημένο, που κάθε παρέκκλιση από τα όρια του να θεωρείται ανεπίτρεπτη. Με άλλα λόγια, ακόμη και αισθητά βιώματα ή απλές λογικές σκέψεις που έρχονται σε ρήξη με αυτά τα όρια, να μας καθιστούν «παρίες», «αποσυνάγωγους», «τρελούς». Για όλους; Σίγουρα όχι, μα δυστυχώς για την συντριπτική πλειονότητα.
Αυτή η προκαθορισμένη πραγματικότητα ονομάζεται συνήθως συναινετική. Βέβαια, η όποια συναίνεσή της δεν έχει προκύψει μέσα από κάποιον διάλογο ή παράθεση επιχειρημάτων· αλίμονο. Η συναίνεση αυτή επιτυγχάνεται διαχρονικά με τον έλεγχο του νου, της σκέψης γενικότερα κι ασφαλώς με την σωματική βία, όταν η ελεύθερη βούληση δεν κάμπτεται διαφορετικά· «όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος», έτσι δεν είναι;
Η συναινετική πραγματικότητα είναι κάτι μεταβαλλόμενο. Την μεταβολή της, κατά κανόνα, ορίζει το σύνθετο πλέγμα εξουσίας της εκάστοτε εποχής. Ωστόσο, το προχώρημα των επιστημών και της τεχνολογίας διαδραματίζουν επίσης σημαντικότατο ρόλο σε αυτήν την εξέλιξη, αλλά, με βάση την ιστορική εμπειρία, πόσο ελεύθερα συμβαίνει αυτό; Πόσο έξω από το πλέγμα εξουσίας της εποχής του μπορεί να λειτουργεί; Η απάντηση του Τζορντάνο Μπρούνο θα ήταν σίγουρα εμφατική.
Ας σκεφτούμε για λίγο τώρα τα μέσα ελέγχου του νου που διαθέτει σήμερα το παγκόσμιο πλέγμα εξουσίας, σε σχέση με τα αντίστοιχα πριν μερικούς αιώνες· πραγματικά η διαφορά είναι χαώδης. Και ο έλεγχος του νου περνά μέσα από τον έλεγχο της πληροφορίας, με την ταχύτητα μετάδοσής της να είναι κομβικής σημασίας για το αποτέλεσμα. Ενδεικτικά, το πρώτο τηλεγραφικό μήνυμα, τεχνολογία «σπηλαίων» για σήμερα, στάλθηκε το 1844. Οπότε, δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε πόσο αργά ταξίδευε η πληροφορία πριν τον τηλέγραφο. Σήμερα, «πρέπει» να γνωρίζουμε τα πάντα για τα πάντα, για κάθε απομακρυσμένη σπιθαμή του πλανήτη και με την ουσιαστική δυνατότητα να διασταυρώσουμε την είδηση ιδιαίτερα περιορισμένη – και χρονοβόρα.
Κινούμαστε καθημερινά σε έναν κόσμο ψηφιοποιημένο, από την αυγή έως την δύση. Δεχόμαστε έναν τεράστιο όγκο πληροφοριών, σε μια ανάλυση συνήθως πολλαπλάσια από αυτήν που η όραση μας αντιλαμβάνεται τον φυσικό κόσμο. Οι πληροφορίες αυτές δεν είναι γνώση, μα ένας σωρός από βελόνες, όπου εμείς στωικά προσπαθούμε να βρούμε το άχυρο. Κι όσο προσπαθούμε -χάνοντας πολύτιμο χρόνο από την πεπερασμένη μας ζωή- όλο και τρυπιόμαστε βαθύτερα. Δεν νιώθουμε τον πόνο, γιατί είμαστε διαρκώς μαγεμένοι από το οθόνιο τίποτα. Ένα τίποτα που έχει επιβληθεί ως τα πάντα, από την συναινετική πραγματικότητα.
«Πρέπει» να φοβόμαστε· κάθε μέρα, κάθε νύχτα, κάθε στιγμή. Οι «κωδωνοκρούστες» του φόβου θορυβούν μέσα από τις οθόνες. Ο λόγος; Μα επειδή μπορούν. Η δύναμη τους είναι η αδυναμία μας. Το πλαίσιο της συναινετικής πραγματικότητας γίνεται όλο και πιο ασφυκτικό. Κάθε «αποκλίνουσα συμπεριφορά» -που δεν προβλέπει το πλαίσιο- στοχοποιείται. Και μέσα σε ελάχιστο χρόνο ο διαδικτυακός όχλος, οι ψηφιακοί παραβαλάνοι, βρίσκονται στο κατόπι της. Θα την τοποθετήσουν στην προκρούστια κλίνη τους, θα την τεντώσουν ή θα την κόψουν, μέχρι αυτή να συνετιστεί. Αλίμονο της αν δεν το κάνει.
Η συναινετική πραγματικότητα του σήμερα τείνει να ταυτιστεί πλήρως με την συναίνεση της πολιτικής ορθότητας.
Η τελευταία όχι απλώς καθορίζει την σύγχρονη συναινετική πραγματικότητα, αλλά αναδιαπλάθει διαρκώς το παρελθόν, αλλοιώνοντας την ατομική, την συλλογική και την πολιτισμική ακόμη μνήμη. Πιθανότατα, πρόκειται για το ισχυρότερο damnatio memoriae (καταδίκη της μνήμης) που έχει επινοήσει η εξουσία. Αυτήν την στιγμή, αποτελεί καταφανώς την «ναυαρχίδα» ελέγχου συνειδήσεων τουλάχιστον στον λεγόμενο Δυτικό κόσμο. Ασφαλώς, δεν είναι ζήτημα που μπορεί να αναπτυχθεί -έστω κι επιδερμικά- σε λίγες παραγράφους.
Δεν έχει σημασία λοιπόν ποιο μονοπάτι θα διαλέξεις· όντως όλα οδηγούν στο «πουθενά», ακριβώς γιατί όλα καταλήγουν στον θάνατο. Κι εφόσον ο ρασιοναλισμός και η τυφλή πίστη στην ύλη σε έχουν πείσει πως η θνητή ζωή σου είναι τα πάντα, ο θάνατος θα παραμένει το «πουθενά» – ο μέγιστος μπαμπούλας. Ο υπέρτατος φόβος, μα και κοιτίδα κάθε φοβίας μας, είναι η θνητότητά μας.
Για όσους όμως ο θάνατος είναι η απλώς μια μετάβαση, μια αλλαγή ενεργειακής κατάστασης, κάθε φόβος γίνεται σύντροφος, καθώς, παλεύοντας καθημερινά μαζί του, γίνεσαι καλύτερος.
Όσο δεν αφήνουμε τον φόβο του θανάτου να επικρατήσει μέσα μας, καμία εξουσία δεν μας διαφεντεύει.
Ιθαγενής στην ψηφιακή ζούγκλα