Περιπατητικά ανάλεκτα
Η παραλία της πόλης έμεινε άδεια από κόσμο. Οι περισσότεροι έλειπαν εκτός φαίνεται. Ήταν καλή η μέρα κι είπαμε να βγούμε έξω να περπατήσουμε. Καθώς διασχίζαμε την παραλία σα να ξετυλίγαμε κι ένα μονοπάτι σκέψης στο μυαλό μας με αφορμή την ανακάλυψη των επτά πλανητών που έμοιαζαν με τη Γη. Κάπως έτσι, εξελίχθηκε η συζήτηση. Είμασταν κι οι τρεις· ο Εύφημος, ο Αρχύτας κι εγώ, η Διοτίμα.
Διοτίμα: Έμαθα ότι επτά μικροί εξωπλανήτες, οι οποίοι έχουν μεγάλες ομοιότητες με τη Γη, ανακαλύφθηκαν γύρω από ένα σχετικά κοντινό κι αχνό άστρο σε απόσταση περίπου 40 ετών φωτός, στον Αστερισμό του Υδροχόου. Το εν λόγω σύστημα διαθέτει τον μεγαλύτερο αριθμό πλανητών με μέγεθος παρόμοιο με της Γης που έχουν ποτέ βρεθεί, αλλά και τον μεγαλύτερο αριθμό πλανητών που θα μπορούσαν να φιλοξενούν υγρό νερό και άρα ζωή. Τουλάχιστον τρεις από αυτούς τους εξωπλανήτες ενδέχεται να διαθέτουν ωκεανούς νερού στην επιφάνειά τους, συνεπώς θεωρούνται ιδανικοί «στόχοι» για την αναζήτηση εξωγήινης ζωής στο μέλλον. Ήδη το διαστημικό τηλεσκόπιο Hubble ερευνά τις ατμόσφαιρες γύρω από αυτούς τους πλανήτες.
Εύφημος: Το διάβασα εχθές το βράδυ. Με πρόλαβες, σκόπευα να σας το πω. Αλήθεια, με βάση την τεχνολογία αιχμής του σήμερα, πόσα χρόνια χρειάζονται για να καλύψουμε αυτά τα έτη φωτός;
Αρχύτας: Απ’ ότι είδα ο γρηγορότερος πύραυλος μέχρι σήμερα (απ’ αυτούς που στέλνει η NASA) ανέπτυξε ταχύτητες γύρω στα 16 χιλιόμετρα ανά δευτερόλεπτο (περίπου 58.000 χιλιόμετρα την ώρα). Η ελάχιστη ταχύτητα διαφυγής από τη Γήινη βαρύτητα είναι περίπου 11 χιλιόμετρα ανά δευτερόλεπτο, οπότε οι πύραυλοι πρέπει να έχουν τουλάχιστον αυτήν. Όμως οι δορυφόροι στο διάστημα, καθώς έλκονται από τη βαρύτητα των πλανητών, αναπτύσσουν και μεγαλύτερες ταχύτητες. Έχει καταγραφεί ταχύτητα 73 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο από το δορυφόρο Juno καθώς ήταν σε τροχιά γύρω από το Δία.
Τώρα αν συγκρίνεις τα 16 ή 73 χιλιόμετρα/sec με τα 300.000 χιλιόμετρα/sec της ταχύτητας του φωτός, πρόκειται μάλλον για βραδυπορούσες χελώνες.
1 έτος φωτός = 300.000 km/sec x 365 μέρες x 86.400 sec/ημέρα = 9.460.000.000.000 χιλιόμετρα.
Με ταχύτητα 73 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο = 262.800 χιλιόμετρα την ώρα = 262.800 Χ 365 Χ 24 χιλιόμετρα το έτος = 2.302.128.000 χιλιόμετρα ανά γήινο έτος, θα θέλαμε 9.460.000.000.000 / 2.302.128.000 = 4.110 γήινα χρόνια για να διανύσουμε ένα έτος φωτός, οπότε 4.110 Χ 40 = 165.000 γήινα έτη, για να φτάσουμε εκεί.
Τώρα αν μπορούσαμε να επιταχύνουμε σε μια ταχύτητα κοντά σ’ αυτήν του φωτός, τότε θα φτάναμε εκεί εντός του τυπικού χρόνου ζωής ενός ανθρώπου. Τεχνολογικά μπορεί ένας πύραυλος να επιταχύνει σε τέτοια ταχύτητα με τη διαφορά ότι το διαστημόπλοιο θα έπρεπε να κουβαλά εκατομμύρια τόνους καύσιμο για να το καίει κατά την επιτάχυνση, πράγμα φυσικά αδύνατον (με τα σημερινά καύσιμα). Θα χρειαζόταν να επιταχύνεται για μήνες ώστε να φτάσει αυτήν την ταχύτητα. Επιπλέον ακόμη κι αν αυτό ήταν εφικτό, υπάρχει κι άλλο ζήτημα: Σ’ αυτές τις ταχύτητες το να συγκρουστεί το διαστημόπλοιο ακόμη και με ένα μόριο διαστημικής σκόνης (με ένα πρωτόνιο έστω) που θα βρεθεί στο διάβα του ισοδυναμεί με ενέργειες κρούσης σαν αυτές που παράγονται στο CERN. Στο CERN λοιπόν οι εγκαταστάσεις έχουν θωράκιση πάχους 3 – 4 μέτρων ώστε να προστατεύεται το προσωπικό από την ενέργεια που παράγεται από τις κρούσεις πρωτονίων, οπότε αντιλαμβάνεστε τι θωράκιση θα έπρεπε να έχει το διαστημόπλοιο, πράγμα επίσης αδύνατον με τα σημερινά υλικά.
Τώρα αν αφήσουμε κατά μέρος τις τεχνολογικές δυσκολίες και υποθέσουμε ότι επιταχύνουμε σχεδόν στην ταχύτητα του φωτός (δεν μπορούμε να τη φτάσουμε ποτέ 100%), θα φτάναμε εκεί σε σχεδόν 40 γήινα χρόνια και θα θέλαμε άλλα 40 για να επιστρέψουμε. Δηλαδή ο χρόνος που θα μετρούσε ο αστροναύτης μέσα στο κινούμενο διαστημόπλοιο θα ήταν 80 γήινα χρόνια. Επιστρέφοντας, θα διαπίστωνε πως ο χρόνος που έχει περάσει στη Γη είναι αρκετά περισσότερα χρόνια από τα 80, οπότε ο αστροναύτης θα είναι σαν να έχει ταξιδέψει στο μέλλον της Γης (οι συνάδελφοί του σίγουρα θα έχουν πεθάνει προ πολλού).
Ε: Πάρα πολύ ενδιαφέροντα όσα λες. Απάντησες πλήρως στο ερώτημα μου. Θα ήθελα, ωστόσο, να διευκρινίσω το γιατί έθεσα το προηγούμενα ερώτημα. Ο Μπάροουζ, λοιπόν, πίστευε πως όλος αυτός ο χρόνος που μας εξασφάλισε η επινόηση της μηχανής, η επινόηση του αυτόματου και η βαθμηδόν ή με καλπασμούς πρόοδός τους, θα μπορούσε, αν θέλαμε να ενώσουμε την ανθρωπότητα, όχι κάτω από το σκήπτρο των συμφερόντων μιας ελίτ, αλλά για έναν, ας πούμε, ευγενή σκοπό, θα μπορούσε να επενδυθεί σε ένα διαστημικό πρόγραμμα, που θα ένωνε την ανθρωπότητα και θα έβαζε τέλος στα κράτη και στους πολέμους, όχι όμως στην ατομικότητα και διαφορετικότητα του καθενός μας. Ο Μπάροουζ δεν ήταν καθόλου υπέρ της παγκοσμιοποίησης εξ άλλου. Και σίγουρα δεν θα τον έλεγες φίλο της εξουσίας. Οραματιζόταν, λοιπόν, ένα διαστημικό πρόγραμμα, το οποίο θα είχε ως τελικό σκοπό την αποστολή ενός διαστημοπλοίου, μεγέθους πλωτής αποικίας, σε κάποιον σχετικώς κοντινό πλανήτη. Στο πρόγραμμα αυτό θα συμμετείχε οικειοθελώς ο καθένας «σύμφωνα με τις δυνατότητες του», όπως έλεγε κι ο μακαρίτης ο Κροπότκιν. Θα κατασκευαζόταν μια «πλωτή» δηλαδή πολιτεία, αυτάρκης σε τροφή, με κήπους, με συσσωρευτές ηλιακής (ή και κοσμικής ίσως) ενέργειας, που θα εξασφάλιζαν το αεικίνητο του σκάφους. Μιας πολιτείας που θα ταξίδευε ενδεχομένως κι αιώνες μέχρι να φθάσει στον προορισμό της. Εν ολίγοις, το χρονικό μήκος του ανθρώπινου βίου ουδόλως θα αποτελούσε το αυστηρό όριο για το εφικτό ή το ανέφικτό του εγχειρήματος. Αυτοί που θα επέλεγαν και θα επιλέγονταν να συμμετάσχουν, θα γνώριζαν εκ των προτέρων πως θα περάσουν το υπόλοιπο του βίου τους στη διαστημική πολιτεία. Θα αποφάσιζαν την συμμετοχή τους για το βίωμα του ταξιδιού, όχι για τον προορισμό. Εκεί θα έφταναν, αν όλα έβαιναν καλώς, τα πολύ μακρινά τους εγγόνια.
Παρόμοια επιθυμία, με μικρές μάλιστα παραλλαγές, εξέφρασε προσφάτως κι ο Δανέζης. Γνωρίζετε φαντάζομαι, ο αστροφυσικός. Αυτό με έβαλε σε σκέψεις. Μιας κι ο Δανέζης δεν είναι κάποια ιδιόρρυθμη λογοτεχνική ευφυΐα, αλλά ένας σοβαρός και ικανός επιστήμονας, που πόρρω απέχει από τους γνωστούς οσφυοκάμπτες ακαδημαϊκούς, παρά τις ουκ ολίγες διαφωνίες που έχω με τις απόψεις του για τα κοινά. Πιστεύεις πως αν δεν αναλωνόταν το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι της λεγόμενης τεχνολογικής προόδου στο να κατασκευάζονται βιομηχανικά σκουπίδια, να θησαυρίζουν οι πολυεθνικές και να σπαταλούν τον «ελεύθερο» χρόνο τους οι υπήκοοι, θα μπορούσε, ακόμη και στις μέρες μας, να συμβεί κάτι τέτοιο; Το λέω με αφορμή την πρόσφατη ανακάλυψη των πλανητών αυτών.
Α: Μάλιστα. Είσαι σίγουρος, ωστόσο, ότι η ελίτ δεν θα θελήσει να ενώσει την ανθρωπότητα για τον ίδιο σκοπό; Θα ήταν ένα καλό πρόσχημα ένωσης.
Πάντως και με τη σημερινή κατάσταση δεν δαπανούν και λίγα ποσά ή λίγο κόπο για τέτοια εγχειρήματα. Δεν είναι λίγοι οι επιστήμονες που εργάζονται γι’ αυτά. Οπότε δεν είμαι σίγουρος εάν η περαιτέρω ένωση θα πρόσθετε κάτι περισσότερο. Είναι ζήτημα ανακάλυψης νέας φυσικής και στον τομέα αυτόν ένας άνθρωπος σε μια στιγμή έμπνευσης -ή τύχης- μπορεί να πετύχει και περισσότερα απ’ ότι όλη η ανθρωπότητα.
Νομίζω πως το σημαντικότερο πρόβλημα που έχουν να λύσουν είναι η τεχνολογία των κινητήρων και του καυσίμου. Ίσως έχουν κάτι στα σκαριά, κάτι άκουσα πως ο Χώκινγκ προωθούσε ένα σχέδιο κινητήρα πρόωσης με φωτόνια αλλά δεν γνωρίζω περισσότερα. Αλλά ακόμα κι αυτό θα ήταν για ένα μικρού μεγέθους σκάφος και σίγουρα όχι επανδρωμένο.
Αν μπορούσαμε να ενωθούμε, μάλλον θα προτιμούσαμε να παραμείνουμε στη Γη και να περνάμε φίνα… Ποιος τρέχει εκεί στο εχθρικό και αφιλόξενο διάστημα;
Ίσως ο Δανέζης, τον οποίον εκτιμώ, να έχει στο μυαλό του πως σε ένα τέτοιο πρόγραμμα θα συμμετείχαν οι καλύτεροι. Πάντα ο καθένας μας κρίνει με βάση τον εαυτό του («αφού μπορώ εγώ γιατί όχι και οι άλλοι;»). Δυστυχώς δεν είναι έτσι. Ίσως οι καλύτεροι άνθρωποι να έχουν απαυδήσει και να προτιμούν να την «κάνουν» για να φτιάξουν μια πολιτεία έξω από τη Γη. Εγκαταλείποντας τη Γη θα αφήσουν και την φύση τους πίσω;
Ε: Γιατί θεωρείς πως το ένα αποκλείει το άλλο; Πιστεύεις πως μπορούμε να επιστρέψουμε πίσω; Εγώ να δεις πόσο θα το ήθελα, αλλά δυστυχώς δεν γίνεται. Δεν θεωρώ ότι μπορούν οι ελίτ να ενώσουν την ανθρωπότητα με πρόσχημα τα διαστημικά ταξίδια. Δεν θα ήταν τότε ελίτ. Υπάρχει μια ιστορικότητα σε κάθε κοινωνικό φαινόμενο. Ψέματα; Και η ιστορικότητα των ελίτ μόνον σημεία ή περιόδους απόλυτης «ένωσης» δεν δείχνει. Η παγκοσμιοποίηση, όπως συμβαίνει, είναι αποτέλεσμα της επικράτησης μιας ομάδας της ελίτ, της Νέας Τάξης εν προκειμένω. Με συγχωρείτε, αλλά αυτό δεν λέγεται ένωση, λέγεται επικρατώ κι επιβάλω την κυριαρχία μου ποικιλοτρόπως στην ανθρωπότητα.
Ίσως, εν τέλει, να μην είναι το πρόβλημα η μηχανή, πολλώ δε μάλλον η γνώση για την κατασκευή της. Το πρόβλημα, ενδεχομένως, έγκειται στη σχέση του ανθρώπου με την ύλη, αλλά, κυρίως, στη σχέση του με το υπερβατικό. Είναι σίγουρα διαφορετικό να προσφέρεις χοές (μέλι, κρασί, γάλα) αντί για ανθρώπινες καρδιές στον θεό σου. Σκέψου λίγο, οι Αζτέκοι με την εξαιρετικά βίαιη κι απάνθρωπη θρησκεία τους να είχανε όχι τα σημερινά τεχνολογικά μέσα, άλλα αυτά έστω των ελληνιστικών χρόνων. Από σιδερένια όπλα, μέχρι πολιορκητικές μηχανές κι υπερπόντια πολεμική ναυσιπλοΐα. Να είσαι σίγουρος πως θα είχανε αφανίσει τα πάντα. Θα διέσχιζαν τους ωκεανούς και θα ισοπέδωναν ό,τι έβρισκαν. Θα μου πεις βέβαια, καλύτερος είναι ο χριστιανισμός; Λιγότερο βίαιος κι αντιανθρώπινος; Όχι, φυσικά· ούτε λόγος. Μπορεί, φαινομενικά, να ζητά κρασί κι άρτο, ως προσφορά στο τελετουργικό, από το ποίμνιον, αλλά ευκόλως δικαιολογεί κάθε σφαγή, όσο αιματηρή ή ευρεία σε μέγεθος κι αν είναι. Αρκεί να βρει ο εκ μέρους του απολογητής την εύσχημη, την πετυχημένη διαλεκτική, να πείσει, όσους δεν βλέπουν βεβαίως πέρα από τη μύτη τους. Ο Αλλάχ κι ο Γιαχβέ τα ίδια και χειρότερα.
Με τους θεούς των κτηνοτρόφων και των γεωργών δεν προχωράς στη βιομηχανική εποχή. Ήμασταν χαμένοι από χέρι ως ανθρωπότητα. Ο Νίτσε τα έγραψε τότε, αλλά ποιος έδωσε σημασία. Δεν θα μας έσωζαν τα «καινούρια» πολιτικά συστήματα, οι νέες, ρηξικέλευθες ιδεολογίες, τίποτα. Κι αυτά εκκοσμικευμένα κακέκτυπα των κτηνοτροφικών θρησκειών είναι. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ο μαρξισμός, ο ιουδαιοχριστιανισμός της βιομηχανικής εποχής. Κι όμως, πίστεψε με, άνθρωποι έχουν το πρόβλημα, αυτό που έχουν ή, καλύτερα, που δεν έχουν στο κεφάλι τους.
Μοιάζουμε, λοιπόν, με ένα σύνολο κακομαθημένων παιδιών, που παίζουν με νάρκες και γεμάτα περίστροφα, ασυλλόγιστα. Τουτέστιν, ως δολοφονικό όπλο θα μπορούσε να λειτουργήσει, στα χέρια μιας ανώριμης συναισθηματικά και ηθικά ανθρωπότητας, το αλματώδες προχώρημα της τεχνολογίας, σε κάθε της επί μέρους. Τι περιμέναμε δηλαδή να γίνει; Και ναι, υπήρξαν περίοδοι όπου η ατομική ωριμότητα, ακόμη και μέσα στο κράτος, ήταν σαφώς μεγαλύτερη. Είναι γνωστό πως η γνώση για την κατασκευή υψηλής ποιότητας γραναζιών, δομικού στοιχείου της βιομηχανικής τεχνολογίας, υπήρχε ήδη από την λεγόμενη ελληνιστική εποχή. Αντίστοιχης ποιότητας γρανάζια ξαναείδαμε πριν διακόσια μόλις χρόνια. Κι όμως, πριν δύο κι επιπλέον χιλιετίες, οι άνθρωποι εκείνοι, ζώντας εν κράτος κι εν εξουσία βεβαίως, έφτιαξαν ένα όργανο για τον υπολογισμό των πλανητικών κινήσεων και των εκλείψεων της Σελήνης, το επιλεγόμενο και υπολογιστή των Αντικυθήρων. Δεν κατασκεύασαν, φερ’ ειπείν, εργοστάσια για μαζική παραγωγή αγγείων. Τουλάχιστον αυτά τα αρχαιολογικά και ιστορικά δεδομένα έχουμε μέχρι στιγμής. Δεν ήμασταν έτοιμοι συναισθηματικά και ηθικά για αυτό που ήρθε. Και κάποιοι φρόντιζαν κι ακόμη φροντίζουν, να παραμένουμε πεισματικά ως ανθρωπότητα ένα σύνολο από ανώριμα, κακομαθημένα και σαφώς επικίνδυνα παιδάκια. Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί ο σεβασμός στη φύση, η συναισθηματική βεβαιότητα ότι είμαστε τέκνα της γης, αποκλείει τα διαστημικά ταξίδια. Αν το αυτοκίνητο ήταν μια κατασκευή που δεν ρύπαινε καθόλου και παρέμενε λειτουργικό για το λιγότερο δυο-τρεις αιώνες, θα λέγαμε όσα λέγαμε για τα αυτοκίνητα; Και δεν είναι, εν τέλει, τα αυτοκίνητα, τα πλυντήρια και τα μίξερ το ζήτημα. Αν, παρόλες της προσπάθειες μιας αγαθοπροαίρετης επιστήμης και τεχνολογίας, τα άνωθι τεχνολογικά κατασκευάσματα έβλαπταν την φύση, αλλοίωναν την αλληλεπίδρασή μας μαζί της, ας μην τα βλέπαμε ποτέ στα μάτια μας. Ναι, είμαι σύμφωνος, είμαστε τέκνα της Γαίας, αλλά είμαστε εξ ίσου φτιαγμένοι κι από το υλικό των αστεριών, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Η γη είναι η μήτρα που μας γέννησε, αλλά είμαστε κι αστροσπορά.
Ίσως βέβαια η τεχνολογία να είναι μια φθηνή απομίμηση των απείρων ανθρωπίνων δυνατοτήτων, που χάθηκαν στην εποχή της απομάγευσης. Ίσως να είναι κι έτσι. Επιμένω, ωστόσο, είναι ζήτημα της όποιας σχέσης του ανθρώπου με τη μεταφυσική. Την εποχή που γνωρίζουμε για το πρωτόνιο και τα νετρίνα, την ίδια εποχή παραμένουν ψηλά οι θεοί της κτηνοτροφίας και της γεωργίας. Θεοί που δημιούργησε ο ανθρώπινος νους, από άγνοια εντελώς βασικών φαινομένων, όπως τα καιρικά φαινόμενα και η λειτουργία τους, η σπορά, η βλάστηση κ.α. Σκέψου λίγο, αν δώσουμε, επί παραδείγματι, έναν γωνιακό λειαντήρα και μιαν ηλεκτροκόλληση σε ένα νήπιο, είναι σίγουρο πως δε θα ξαναμετρήσει με τα δάχτυλα ως το δέκα. Αμφιβάλεις; Στα χέρια ενός πολύπειρου τεχνίτη, αντιθέτως, το αποτέλεσμα θα είναι πλήρως διαφορετικό.
Α: Συμφωνώ πως όλα είναι πρόβλημα του ανθρώπου με τη μεταφυσική. Και σήμερα κατά βάση αυτό χρειάζεται. Μια καινούρια και διαφορετική σχέση του ανθρώπου με το θεό. Στις μεγάλες ιστορικές ασυνέχειες που βίωσε η ανθρωπότητα (πχ το πέρασμα από τον πολυθεϊσμό στο μονοθεισμό, το σημερινό πέρασμα από το μονοθεισμό στην αθεϊα), ασυνέχειες που άλλαξαν την ίδια την ψυχή των ανθρώπων, η βασική συνθήκη ήταν η αλλαγή της σχέσης με το υπερβατικό. Εάν αυτό είναι διαφορετικό, είναι κι οι άνθρωποι διαφορετικοί, άρα και ότι κάνουν είναι διαφορετικό. Το τι σχέση έχεις με το θεό είναι θέμα γνώσης και η γνώση προϋποθέτει τόσο την εξωτερική όσο και την εσωτερική εμπειρία σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα.
Εγώ πιστεύω πως το να είμαστε κακομαθημένα παιδιά είναι στοιχείο της φύσης μας. Οι εξουσίες και οι θρησκείες απλώς κάνουν το υπαρκτό πρόβλημα χειρότερο έως τρις χειρότερο. Νομίζω ότι η Φύση βολεύεται με το να είμαστε έτσι, δεν είναι ζωτικής σημασίας γι’ αυτήν το να είμαστε διαφορετικοί, ειδάλλως θα μας βοηθούσε περισσότερο πάνω σ’ αυτό. Είναι ζωτικής σημασίας μόνο για εμάς το να είμαστε διαφορετικοί. Χρειάζεται πολύς πόνος για να πάψει κάποιος να είναι κακομαθημένο παιδί, μην υποτιμάμε το μέγεθος αυτού του αναγκαίου πόνου. Οπότε δεν είναι παράξενο το ότι οι πολλοί παραμένουν κακομαθημένα παιδιά. Σχεδόν δεν μπορείς καν να μας κατηγορήσεις αν το σκεφτείς έτσι. Αν ήταν εύκολο θα το έκαναν όλοι και θα ζούσαμε ήδη σε άλλο κόσμο.
Κάποιοι αναγνωρίζοντας το παραπάνω έμφυτο πρόβλημά μας, προσπάθησαν να ρίξουν φως σ’ αυτό με τον τρόπο τους. Κάποιοι άλλοι καλοπροαίρετοι προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα κοινωνικό – πολιτιστικό – ηθικό πλαίσιο, για να λειτουργούν οι άνθρωποι ώστε αυτή μας η αδυναμία να μην κάνει τον ουρανό να πέφτει στα κεφάλια μας. Και κάποιοι άλλοι βολεύονται μια χαρά μ’ αυτήν την αδυναμία και την τροφοδοτούν για να εξουσιάζουν. Το θέμα είναι να μη βρίσκει ποτέ ο άνθρωπος τη σωστή σχέση με τη μεταφυσική. Και ένα κεντρικό ζήτημα της μεταφυσικής είναι το ζήτημα της συνείδησης. Το να είμαστε κακομαθημένα παιδιά απλώς είναι το παρεπόμενο της απουσίας συνείδησης.
Όλοι πιστεύουμε πως έχουμε συνείδηση, αυτό αποτελεί τη συνηθέστερη ψευδαίσθησή μας. Η ετυμολογία της λέξης (συν-ειδέναι, συν-οίδα) μας λέει ότι πρόκειται για την συνθήκη του «γνωρίζω καλά μαζί», γνωρίζω συνολικά και ταυτόχρονα τα τεκταινόμενα και τις επιδράσεις του χώρου τώρα, έως τις λεπτές αποχρώσεις τους, σε μια βιωματική συνθήκη. Αυτό είναι αδύνατο για την συντριπτικότατη πλειοψηφία από εμάς. Γι’ αυτό η συνείδηση για τους ανθρώπους ανάγεται σε ζήτημα μεταφυσικής. Οπότε από εκεί και πέρα προχωράμε στα τυφλά, έχοντας τη στέρεη πεποίθηση ότι ξέρουμε πού πηγαίνουμε και γιατί, υποστηρίζοντας τις τάδε ή δείνα ιδεολογίες και πεποιθήσεις. Γιατί λοιπόν να μη φτάσουμε ως εδώ; Και τι θα αλλάξει ως προς αυτό εάν αλλάξουμε πλανήτη ή και γαλαξία;
Δ: Σας ακούω τόση ώρα με ενδιαφέρον και δεν ξέρω αν συμφωνώ ή διαφωνώ με κάποιον από τους δυο σας απόλυτα. Δεν πιστεύω πως ο άνθρωπος είναι από τη φύση του κακομαθημένος. Δηλαδή, η σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο που τον περιβάλλει είναι μονίμως υπό διαμόρφωση. Δεν τελειώνει και δεν ολοκληρώνεται ποτέ, όπως δεν έχει και μια αρχή, όπως τη φανταζόμαστε κατά τη γνώμη μου. Ψάχνουμε τον πρώτο άνθρωπο, την πρώτη λέξη που είπε, την πρώτη πράξη που έκανε κοκ. Και μέσα σε όλα ψάχνουμε και την αρχική του φύση. Εμένα μου θυμίζει όλο αυτό την περίπτωση του Χομπς που με το «Λεβιάθαν» μας υποδεικνύει ότι η φύση του ανθρώπου είναι αρχικά κακή και βλαβερή ή του Ρουσσώ ότι η φύση του ανθρώπου είναι εξ αρχής καλή. Δεν έχει νόημα ένας τέτοιος διαχωρισμός.
Αυτό που εννοώ είναι, εν ολίγοις, ότι δεν υπάρχει κάτι πέρα από εμάς και έξω από εμάς, με μια έννοια. Είμαστε μέσα στη φύση και όχι πάνω στη φύση. Ούτε η φύση είναι πάνω από εμάς, είναι μέσα σε εμάς. Οπότε, ό,τι κι αν κάνουμε είναι σε μια σχέση με εμάς. Και τα τεχνολογικά μας δημιουργήματα και τα πολιτισμικά μας κατασκευάσματα.
Οι αρχαίοι λαοί σε μεγάλο βαθμό έβλεπαν ό,τι τους περιέβαλλε ως πρόσωπο, με το οποίο συνομιλούσαν, επειδή θεωρούσαν τα πάντα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Κάθε τι τους μιλούσε. Οι μεταμορφώσεις και τα όνειρα τους έκαναν να αντιμετωπίζουν το σώμα τους όχι ως φυλακή, αλλά ως ένα σημείο εκκίνησης, από το οποίο μπορούσαν να επεκταθούν. Δεν είχαν το διαχωρισμό φυσικό-μη φυσικό-υπερφυσικό, λογικό-παράλογο, ούτε κάθε πράγμα εντασσόταν σε κατηγορίες με συγκεκριμένες, αμετάβλητες και παγιωμένες ιδιότητες. Κάθε τι είχε δική του ενέργεια και συνδεόταν με την ενέργεια των υπολοίπων. Κάθε γνώση προερχόταν όχι με την παρατήρηση μιας εμπειρίας, αλλά με την συμμετοχή στον κόσμο
A: Νομίζω ότι μια τέτοια συζήτηση είναι κάπως… εκτός θέματος. Ίσως το να καταφεύγουμε στο παρελθόν διαρκώς χάνουμε το σήμερα. Είμαστε πλέον κάτι διαφορετικό.
Δ: Είμαστε κάτι διαφορετικό ή με έναν τρόπο το ίδιο αναζητάμε με άλλα μέσα; Ο άνθρωπος είχε μια διευρυμένη αντίληψη πριν την κατηγοριοποιήσει. Ήταν ένα σύμπαν. Όλα ήταν δεν γίνονταν. Αυτό που η σύγχρονη φυσική επιχειρεί να αγγίξει μέσα από άλλο δρόμο και άλλη γλώσσα συνέβαινε ούτως ή άλλως. Είναι σαν ο σύγχρονος άνθρωπος να είναι αποσυνδεδεμένος από αυτό που είναι.
Ε: Συμφωνώ με όλα αυτά, αλλά αναρωτιέμαι κατά πόσο κοντά είναι στο να γίνουν απελευθερωτικά. Κατά πόσο, δηλαδή, μπορούν να απελευθερώσουν.
Δ: Μα αν κάτι μπορεί να σε απελευθερώσει, αυτό δεν είναι μια καλύτερη τεχνολογία ή περισσότερος χρόνος. Φαίνεται πως κι αυτός ο περισσότερος χρόνος εξανεμίζεται. Εκείνο που σε απελευθερώνει είναι το να βλέπεις τον εαυτό σου σε σύνδεση με τον κόσμο. Αλλάζει αυτομάτως η σχέση σου με τα πάντα. Μπορείς να δεις κάθε τι που κάνεις με άλλη ματιά. Άρα και να πράττεις αλλιώς.
Αν για παράδειγμα, μια συγκεκριμένη πέτρα ή ένα συγκεκριμένο δέντρο σου ασκεί μια δύναμη, είναι για σένα ένα πρόσωπο, έχει ζωή. Είναι ένα ον. Αυτό το ον βρίσκεται σε σχέση με σένα. Αυτή η σχέση δεν τίθεται καν το ζήτημα αν είναι ισότιμη ή όχι. Είναι εκτός συζήτησης, εκτός θέματος ένα τέτοιο ερώτημα. Δεν υπάρχει σχέση υποταγής στον κόσμο. Όσο υπάρχει ένα δέντρο, αλλά τόσο υπάρχεις και συ. Οπότε, αλλάζει έτσι και το τι θεωρείς ύλη. Ο άνθρωπος έχει μετατρέψει τον κόσμο σε εργαστήριο για τα πειράματά του.
Βλέπουμε το περιβάλλον και πιστεύουμε ότι είμαστε οι διαχειριστές του, ενώ είμαστε μέσα σε αυτό. Δηλαδή, δεν βλέπουμε ο,τιδήποτε ως αλληλένδετο με κάτι άλλο. Λέμε για παράδειγμα, αυτό το τραπέζι έχει τέσσερα πόδια, είναι ξύλινο και καφέ. Και ξεκινάμε να κάνουμε κατηγορίες τραπεζιών: υπάρχουν κι αυτά που έχουν δύο ή ένα ή δέκα πόδια, είναι μαύρα, κόκκινα ή άσπρα, είναι μεγαλύτερα και μικρότερα. Τα βλέπουμε όλα με όσους σύγκρισης και όχι σχέσης. Μας αρέσει να μετράμε και να λέμε αυτός έχει περισσότερα, είναι εξυπνότερος, ψηλότερος, δυνατότερος, βαρύτερος. Αλλά αυτό σταματάει τη σχέση μόνο στο επίπεδο της μεγαλύτερης ή μικρότερης εξουσίας. Όταν γίνει σχέση, βλέπεις το τραπέζι σχετιζόμενο με τις καρέκλες, τον καναπέ, το δωμάτιο, αυτούς που κάθονται και βάζουν φαγητά ή βιβλία πάνω του κλπ.
Έχουμε μάθει να διαχειριζόμαστε έναν κόσμο, που τόσο κατακερματισμένος που είναι στα μάτια μας μας μπερδεύει. Άρα, αφού το ζήτημα γίνεται η διαχείριση ενός σύνθετου κόσμου, θα τον αναθέσουμε σε έναν επόπτη. Αυτός θα έχει ως δουλειά του να μας διαχειριστεί όλους. Να πει ποιο θα είναι το δέντρο που θα κοπεί, ποια η πέτρα που θα εξωρυχθεί, ποιοι φέρονται καλά, τι είναι δύναμη και εξυπνάδα, θα ορίζει δηλαδή τις κατηγορίες. Συνήθως, δεν είναι ένας, αλλά μια φωτισμένη ομάδα, επιφορτισμένη με αυτή τη δουλειά. Κι αυτή η ομάδα είναι το κράτος, είναι η εξουσία που στρεβλά αντιλαμβανόμαστε ως φυσική δύναμη. Είναι σα να έχει «κλείσει τους διακόπτες του», αυτούς που τον συνέδεαν σε αυτή τη σχέση, για να φτάσει σε κάτι που φαίνεται ως φυσικό, αλλά δεν είναι. Για να φτάσει σε κάτι που ίσως και να μην υπήρξε ποτέ. Πόσο μπροστά έχουμε πάει σήμερα από τον προηγούμενο αιώνα; Καθόλου. Ο κόσμος κάνει κύκλους, δεν βαδίζει σε ένα σκοινί, όπως είθισται να πιστεύουμε και να αποδεχόμαστε ως φυσική πορεία των πάντων.
Α: Ναι, αλλά ο κόσμος, ενδεχομένως, δεν γυρίζει πίσω. Και θα πρέπει να λάβουμε πια υπόψη ότι βρισκόμαστε σήμερα εδώ, επειδή κάποια στιγμή συνέβη αυτό που λες. Άλλαξε ο κόσμος, άλλαξε η σχέση του ανθρώπου μαζί του, πράγματι. Αλλά γιατί έγινε αυτό; Τι μας έφερε ως εδώ; Ποια είναι η αλλαγή που συνέβη; Τι μας άλλαξε το μυαλό;
Δ: Δεν ξέρω τι συνέβη.
Ε: Ίσως κοιτούσε πάντα ψηλά, στον ουρανό κι ήθελε να τον φτάσει. Και τελικά τον έφτασε κάποια στιγμή. Ίσως όλα άλλαξαν, όταν άρχισε να κοιτάζει έξω απ’ τη γη με τα πρώτα τηλεσκόπια.
Το σκοτάδι άρχιζε να φτιάχνει τον δικό του θόλο πάνω απ’ τα κεφάλια μας. Η νύχτα αποκάλυπτε του χάρτη τ’ αστέρια. Ασυναίσθητα, στρέψαμε το κεφάλι μας προς τα πάνω, σα μαγεμένοι. Η νύχτα φαίνεται να είπε την τελευταία λέξη, ο ουράνιος θόλος έμοιαζε να ξεκινάει τη δική του αφήγηση. Δεν έμενε πια τίποτε να πούμε, παρά να ακούσουμε τώρα εμείς.
Αναρχική συλλογικότητα Πυργῖται
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην αναρχική εφημερίδα «Διαδρομή Ελευθερίας» τον Μάρτιο του 2017 (φύλλο, 169)