Οι ρίζες της αναρχίας εις το «χρυσούν γένος» (Μέρος θ΄-τελευταίο)
Αυτές οι πρώτες κοινωνίες, που καλύπτονται από την ομίχλη του χρόνου και συχνά για μας πατούν μεταξύ φαντασίας και απόμακρης άρρητης μνήμης, αντιμετωπίζονται άλλοτε με αμηχανία και άλλοτε με την εμπορική διάθεση του τηλεπλασιέ βιβλίων, που τις αποδίδει σε εξωγήινους πληθυσμούς. Είναι πιο εύκολο συχνά για τους ανθρώπους να θεωρούν αυτές τις ελεύθερες κοινωνίες ως δημιουργήματα εξωγήινων πολιτισμών, παρά ελεύθερων ανθρώπων. Άλλοτε πάλι οι εκπολιτιστές είναι οι εξωγήινοι, σα να χρειάζεται να έρθουν πλάσματα από άλλους πλανήτες, για να επιβληθεί μία εξουσία· λες και δεν είναι επαρκείς οι γη-γενείς εξουσιαστές.
Οι ουτοπιστές που ανατράφηκαν μέσα στα όρια του πολιτισμού, από τον Πλάτωνα μέχρι τον Μωρ και τον Λεκατσά, φαντάζονται την ιδανική πολιτεία ως κοινοκτημοσύνη. Πρώτα από όλα, ο ιδανικός τους κόσμος είναι μία πολιτεία, διαθέτει άρα πολίτευμα, επεξεργάζεται επομένως νοητικά τη διαχείριση της εξουσίας. Έπειτα, η κοινοκτημοσύνη διαμοιράζει απλώς την γη σε ίσα μέρη στην καλύτερη περίπτωση, αν δε μιλάει και για σωστή διαχείριση της βιομηχανίας. Προσπαθούν να λύσουν ένα αίνιγμα, πιάνοντάς το από τη μέση της διαδρομής, χωρίς να αναζητούν τα αρχικά αίτια που υπέταξαν τον άνθρωπο. Άλλωστε, δεν χάνουν στιγμή την εμπιστοσύνη τους στον πολιτισμό, δεν αμφιβάλουν σχεδόν ποτέ για τις συνέπειές του, γεγονός που δημιουργεί όχι μόνο μία μερική αντιμετώπιση του θέματος, αλλά και του δίνει ακριβώς την αίσθηση του απραγματοποίητου. Δεν γίνεται από τη μία να κρατάμε όσα φυλάκισαν τον άνθρωπο και τον υπέταξαν και από την άλλη να επιδιώκουμε μία ελεύθερη κοινότητα ανθρώπων. Ακριβώς για αυτό οι κοινωνίες αυτές είναι ουτοπικές με όλη τη σημασία της λέξης: ου-τόπος.
Αυτό δε σημαίνει ότι θα έπρεπε κανείς να τις απορρίψει τελείως, αλλά να εξετάσει προσεκτικά τις αδυναμίες τους ως πολιτείες, που έχουν ως πυρήνα έναν ιδανικό πολίτη. Κάποιοι από τους συγγραφείς τους φαίνονται να έχουν καλές προθέσεις, αλλά το εγχείρημα να σκαρώσουμε μια ιδανική πολιτεία στο μυαλό μας, πέρα από το προφανές εμπόδιο της πολιτειακής οργάνωσης, είναι μάλλον παιγνίδι του μυαλού. Ξεκινάει από το ότι η ουτοπία αυτή γεννιέται στο μυαλό ενός ανθρώπου, με υλικό τα δικά του ιδανικά και πρότυπα, ώστε να καθιερώνουν την ανθρώπινη βούληση ως τον βασικό γνώμονα για τη δημιουργία μιας «ιδανικής κοινότητας». Μία ελεύθερη κοινότητα δε θα στηριζόταν στους κανόνες ενός ή κάποιων ανθρώπων. Για παράδειγμα, αν αποφάσιζαν κάποιοι αύριο να ζήσουν σε ένα φυσικό κόσμο σε αρμονία με τη φύση, αφαιρώντας δογματικά από τις διατροφικές τους συνήθειες την κρεοφαγία, αυτό δε θα σήμαινε απαραίτητα ότι σέβονται τη φύση και ζουν σε αρμονία με αυτήν, αλλά ότι εγκαταστάθηκαν σε ένα μέρος, φέροντας a priori και τους πολιτισμικούς τους κανόνες. Εκείνο που συχνά μάς διαφεύγει είναι ότι για να καταφέρουμε να εναρμονιστούμε με τη φυσική ζωή, χρειάζεται κάτι πιο απλό και πιο δύσκολο: να αφεθούμε στη φύση. Οι ουτοπίες, λοιπόν, είναι πολιτικές, ακόμη κι αν αυτό δε φαίνεται με την πρώτη ματιά. Ενώ οι ελεύθερες κοινότητες είναι πραγματικές, αφού υπήρξαν και σε πολύ μικρό βαθμό υπάρχουν ακόμη, όσο μπορούν να κρατούν απόσταση από τον πολιτισμό και την πολιτική.
Για μας είναι δεδομένη η ελεύθερη και ειλικρινής συνεργασία στις πρώτες ανθρώπινες ομάδες, από την άποψη ότι σε διαφορετική περίπτωση δεν θα ήταν δυνατό μικρά σχετικά δίποδα θηλαστικά με ξύλινα ακόντια και πέτρες να επιβίωναν με φυσικούς εχθρούς τεραστίων διαστάσεων, ενώ παράλληλα θα ανέπτυσσαν την γλώσσα και την υπόλοιπη ελεύθερη κουλτούρα. Πολλές, αποδεδειγμένες υποτίθεται, έρευνες θεωρούν ότι η άγρια πλευρά μας, όπως και η άγρια πλευρά κάθε πλάσματος στη φύση, είναι ανταγωνιστικά βίαιη και μάλιστα συχνά κανιβαλιστική και επικίνδυνη, καταστροφική. Τέτοιες θεωρίες, που δε διατυπώθηκαν μόνο από φιλοσόφους, αλλά και από πολλούς ανθρωπολόγους και αρχαιολόγους, ακόμη και από αναρχιστές, ακολουθούνται από απόψεις πολιτισμικής αναμόρφωσης. Στο από τη φύση του ανταγωνιστικά βίαιο, το καταστροφικό και επικίνδυνο, θα εμφανιστεί ένας καλός και σοφός νομοθέτης, που θα επιβάλει στους υπόλοιπους τους κατάλληλους νόμους, οι οποίοι θα σώσουν τον άνθρωπο από τον εαυτό του. Έπειτα, θα φτιαχτεί ένας στέρεος πολιτισμικός κώδικας, που θα θέσει τους κανόνες και την επικρατούσα ηθική, τον «σωστό» τρόπο να κοιτάμε τον κόσμο, δηλαδή με άλλα λόγια τον εξουσιαστικό. Και η εξουσιαστική ηθική δεν περιορίζεται απλώς σε κάποιους νόμους γραμμένους σε μία λίθινη πλάκα ή σε ένα ΦΕΚ (Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης). Διαποτίζει κάθε στιγμή της καθημερινότητας, κάνει να φαίνονται φυσιολογικά και τα πιο αφύσικα, σκλαβώνει και διαστρεβλώνει μέχρι τα βάθη της ύπαρξης. Όπως μαθαίνουμε να είμαστε πολιτισμένοι, έτσι είναι ανάγκη όχι να ξεχάσουμε τον πολιτισμό, αλλά να τον ξε-μάθουμε. Συνειδητά.
Το ότι ένας κόσμος τελειώνει, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι τα παίρνει όλα μαζί του. Μπορεί να αφήνει κάποια από τα κατάλοιπά του σαν μία μακρινή ανάμνηση. Οι περισσότερες αναπαραστάσεις του τέλους του κόσμου σήμερα, για παράδειγμα, ιδιαίτερα όπως εμφανίζονται στις αντίστοιχες ταινίες, παρουσιάζουν ένα θεαματικό φινάλε με Αρμαγεδόνες, εκτοξεύσεις πυρηνικών κεφαλών, χημικούς πολέμους κλπ. Οι θεαματικές εκρήξεις, που γκρεμίζουν συθέμελα τα μνημεία-σύμβολα του υπάρχοντος πολιτισμού και εξαφανίζουν (σχεδόν) όλους τους ανθρώπους και τα πλάσματα της γης, φέρνουν στο μυαλό τον γνωστό κατακλυσμό, που άφησε ζωντανούς μόνο τον Νώε και τους εκλεκτούς του. Ωστόσο, το τέλος του κόσμου, όπως όλα δείχνουν, έχει ήδη ξεκινήσει. Δεν είναι τόσο θεαματικό εκ πρώτης όψεως, αλλά πολλά είναι τα σημάδια που το επιβεβαιώνουν. Πρώτα από όλα, το γκρέμισμα του εσωτερικού μας κόσμου έχει ήδη πάρει σάρκα και οστά: θρυμματισμένη γλώσσα, νεκρή συνείδηση, πτώματα συναισθημάτων, που επιπλέουν σε βαθειά πελάγη εγωισμών. Άνθρωποι που χαίρονται την «ελευθερία» τους, ακριβώς τη στιγμή που είναι υπέρτατα σκλαβωμένοι. Και όλα, ζώα και φυτά, ήδη εκφυλισμένα. Ακόμη και οι πέτρες έπεσαν θύματα στο σαρωτικό πέρασμα του ανθρώπου. Η αλλοίωση θέλει να κατακλύσει τα πάντα, μετατρέποντάς τα σε υπηρέτες μια τεράστιας μηχανής. Το τέλος αυτού του κόσμου όπως το ξέραμε έχει ήδη ξεκινήσει· κάποιος έχει πατήσει το κουμπί και αυτός ο κάποιος δεν είναι θεός· είναι ένας άνθρωπος που μας μοιάζει. Χωρίς να προφέρουμε παρακάτω ένα ακόμη ευφυολόγημα για την ονομασία του νέου ανθρώπου, ο homo sapiens (αν ποτέ υπήρξε στα αλήθεια sapiens) δεν υπάρχει όπως τον ξέρουμε. Δεν έχει σημασία να πούμε τι είναι τώρα πια, να του δώσουμε ένα όνομα και να τον συνηθίσουμε κι αυτόν στο ίδιο το σώμα μας· σημασία έχει ότι ο κόσμος, που ξεκίνησε σε εκείνη την τόσο μακρινή από μας σήμερα χρυσή εποχή, παύει να υπάρχει.
Αλλά όσο και αν πιστεύουν οι εξουσιαστές πως το σχέδιο τους προχωράει ομαλά και αδιατάραχτα, τα γεγονότα τους διαψεύδουν. Δεν περνάει μέρα που κάποιο κομμάτι της σκλαβωμένης ανθρωπότητας να μην προβάλει μια εστία αντίστασης. Και ας μην γελιόμαστε· μία εξέγερση, για παράδειγμα, σε ένα εργοστάσιο της Ασίας δεν πυροδοτείται με πραγματικό αίτημα τα καλύτερα μεροκάματα ή ακόμη και την αυτοδιαχείριση. Αυτό ίσως δώσει απλώς την αφορμή. Οι εξεγέρσεις κινητοποιούνται απ’ την θεμελιώδη και ουσιαστική ανάγκη των ανθρώπων για ελεύθερη ζωή. Δεν ορίζονται με ραντεβού συγκεκριμένη μέρα και ώρα σε συνδικαλιστικά γραφεία. Γι’ αυτό και οι συνδικαλιστικοί μηχανισμοί, αριστεροί και δεξιοί, λειτουργούν πάντα πυροσβεστικά, ώστε να εκφυλίσουν τον αγώνα για ζωή, σε αγώνα για ψίχουλα. Άξιος, λοιπόν, ο παχυλός μισθός τους και οι αναπαυτικές καρέκλες τους. Γιατί, αν δεν υπήρχε ο συνδικαλισμός, το κράτος θα ήταν «αναγκασμένο», κάθε φορά που οι άνθρωποι αντιστέκονται, να φοράει την στολή του χασάπη ή να εφεύρει έναν. Χάρη στην ευλύγιστη οσφυοκαμψία τους, οι κρατιστές έχουν την δυνατότητα να καταστέλλουν τους κοινωνικούς αγώνες, δείχνοντας πολλές φορές μόνο το «ανθρώπινό» τους πρόσωπο. Η εξουσία βρήκε εδώ και καιρό ότι το πνεύμα είναι αυτό που κρατάει ζωντανή τη φωτιά και αυτό πρώτα στοχεύει.
Ό,τι γίνεται φαίνεται και δεν μπορεί εύκολα να κρυφτεί. Μπορεί, όμως, να εξαφανιστεί από το κατώφλι της ειλικρίνειας και αντικειμενικότητας. Όταν, όμως, αυτό που όλοι βλέπουν είναι πολύ ενοχλητικό, προτιμούν να βγάλουν τα μάτια του παρατηρητή παρά να σταματήσουν αυτό που συμβαίνει, όχι απλώς ως αντικείμενο παρατήρησης, αλλά εν συνόλω, μέχρι το τελευταίο, το ακροτελεύτιο γραμμομόλ της ύπαρξής του. Σε αυτή την περίπτωση, ο παρατηρητής διαπράττει θανάσιμο αμάρτημα, απλώς και μόνο επειδή διαθέτει το ελάχιστο προνόμιο της όρασης. Για την κυριαρχία, είναι αυτά τα ίδια του τα μάτια το όργανο της αμαρτωλής του πράξης.
Το τέλος του παλιού κόσμου μοιάζει να γράφτηκε στην «Οδύσσεια», όταν η ζωντανή αφήγηση μετατράπηκε σε γραφή. Έφερε ένα νέο μήνυμα. Όταν ο Οδυσσέας πέρασε από την Ωγυγία, το νησί της Καλυψούς, είχε την ευκαιρία του να επιστρέψει στον χαμένο παράδεισο του «χρυσού γένους», να γλιστρήσει από τη βάρκα της λογικής και να κολυμπήσει στον αρχέγονο μύθο. Ωστόσο, ο πολυμήχανος ήρωας, προτίμησε τα «άστεα» των ανθρώπων, τα περίκλειστα «πτολίεθρα», την περιπέτεια του ναυτικού, την περιέργεια του ανθρώπου της τεχνολογίας. Νοστάλγησε την επιστροφή στον πολιτισμό. Και μάλιστα επιβραβεύτηκε για αυτή του την επιλογή, που θεωρήθηκε έντιμη και ηρωική. Όχι μόνο από τον Όμηρο, αλλά και από τους μεταγενέστερους. Κι όμως, αν η Οδύσσεια τελείωνε σε εκείνη τη στιγμή που ο Οδυσσέας στεκόταν στο βράχο και ατένιζε το πέλαγος ευχαριστημένος, χαρούμενος με την τύχη του να του δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία στον ελεύθερο κόσμο, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Ο προορισμός θα ήταν η Ωγυγία και όχι η Ιθάκη. Ίσως, λοιπόν, ο δρόμος προς την Αναρχία να είναι μια αντι-Οδύσσεια. Να τελειώνει κάπου εκεί, στην αρχή σχεδόν του ταξιδιού.
σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση
Δημοσιεύθηκε στην αναρχική εφημερίδα ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.133, Δεκέμβριος 2013
Σχετικά βιβλία:
- Ησίοδος, «Έργα και Ημέρες», «Θεογονία»
- Οβίδιος, «Μεταμορφώσεις»
- Όμηρος, «Οδύσσεια»
- John Milton, «Ο απολεσθείς παράδεισος»
- Erika Simon, «Οι θεοί των αρχαίων ελλήνων»
- Ιωάννης Κακριδής, «Ελληνική Μυθολογία»
- Niel Phillip, «Μύθοι από όλο τον κόσμο»
- Κάρεν Άρμστρονγκ, «Σύντομη ιστορία του μύθου»
- Γ.Δ. Ζιάκας, Ισλάμ-Θρησκεία και πολιτεία
- Attilio Petruccioli, «Rethinking the Islamic Garden», Yale F & ES Bulletin 103, 349-364
- Η σειρά «Μύθοι και θρύλοι των λαών: Κίνα, Λατινική Αμερική, Σκανδιναβία, Ιαπωνία»
- W.B. Yeats (συλλογή), «Παραμύθια και παραδόσεις της Ιρλανδίας»
- Φίλιπ Μ. Σέρλοκ, «Παραμύθια από την Καραϊβική»
- Knud Rasmussen, «Eskimo Folk-Tales» [1921], at sacred –texts.com
- Bruce Chatwin, «Τα μονοπάτια των τραγουδιών»
- Marlo Morgan, «Το μήνυμα»
- Joseph Campbell, «Η δύναμη του μύθου»
- Καλογερόπουλος Κ.(επιλογή κειμένων), «Η σοφία του ονειροχρόνου: μύθοι και θρύλοι των ιθαγενών της Αυστραλίας»
- Χρήστος Γιανναράς, «Ενάντια στη θρησκεία»
- Λούις Μάμφορντ, «Η ιστορία των ουτοπιών»
- Θανάσης Κουραβέλος (επιμέλεια), «Κοινωνίες Μοιράσματος» (συλλογικό)
- Τζίνα Πολίτη, «Περί αμαρτίας, πάθους, βλέμματος και άλλων τινών»
- Mario Vargas Lliosa, «Ο άνθρωπος που έλεγε ιστορίες»