Τελικά τα φαντάσματα υπάρχουν
Από την χρονική περίοδο που η σύγχρονη ιστορία έχει ονομάσει Μεσαίωνα, σώζονται πρακτικά από δίκες, καθώς και άλλα κείμενα, τα οποία εξετάζουν την ύπαρξη ή ανυπαρξία κάποιων μεταφυσικών φαινομένων. Είναι γνωστή η βαναυσότητα με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι μάγοι και οι μάγισσες, καθώς και οι δαιμονισμένοι· όχι μόνο στην περίοδο του Μεσαίωνα, αλλά και στην περίοδο που είθισται να ονομάζεται Αναγέννηση. Όλη η ανθρώπινη φαντασία αιώνων αναλώθηκε στο να βρει τρόπους βασανισμού και θανάτωσης εκατομμυρίων ανθρώπων, που θυσιάστηκαν στο όνομα ενός προγράμματος «καθαρότητας» του χριστιανικού δόγματος.
Εκείνο, όμως, που μας κάνει μεγάλη εντύπωση σήμερα είναι η ανάγνωση των κειμένων από τις δίκες μαγισσών ή από την αιτιολόγηση ύπαρξης ή μη ύπαρξης πλασμάτων όπως οι νεκροζώντανοι και τα φαντάσματα. Οι σύγχρονοι ιστορικοί συνήθως ερμηνεύουν την πίστη σε μάγισσες, φαντάσματα και νεκροζώντανους στην αφέλεια, τη δεισιδαιμονία, την έλλειψη παιδείας και τον φόβο. Μια τέτοια ερμηνεία, όμως, βιάζεται να τακτοποιήσει κάπου μακριά από τη δική μας εποχή τη βαναυσότητα και τη σκληρότητα σε συνδυασμό με τον φανατισμό.
Εμείς, που ζούμε στην εποχή της πληροφορίας, της τεχνολογικής έκρηξης και της επιστήμης, είμαστε βέβαιοι ότι έχουμε απαλλαγεί από δεισιδαιμονίες, οι οποίες εκφράζονται μονάχα από κάποιους περιθωριακούς (φτωχούς συνήθως) ανθρώπους, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως ψεκασμένοι, συνωμοσιολόγοι, φανατικοί και πολλά ακόμη, που δύσκολα συγκρατεί η μνήμη. Αν, λοιπόν, θέλουμε να «πάμε μπροστά», είναι αρκετό να τους θέσουμε όχι μόνο στο περιθώριο της κοινωνίας, αλλά και να τους απομονώσουμε, να τους λοιδορήσουμε και -αν χρειαστεί, για το καλό της δημοκρατίας- να τους φυλακίσουμε και -ποιος ξέρει;- να τους εξοντώσουμε κιόλας.
Η κοινή λογική μας σήμερα, δηλαδή η κυρίαρχη λογική με άλλα λόγια, μας υποβάλλει να κλείνουμε τα αυτιά μας στις ανοησίες όσων διαφωνούν μαζί μας. Επιπλέον, η κοινή λογική μας, που μοιάζει να είναι η μόνη λογική που υπήρχε στον πλανήτη από κτίσεως κόσμου, επιβάλλει να περιφρουρηθεί η δημοκρατία και οι θεσμοί της.
Η κοινή λογική μας αρκείται να χειροκροτά ως θέαμα τις καταδίκες ακροδεξιών ομάδων και τη δικαιοσύνη που έκανε καλά το έργο της, ενώ συνεχίζει να αναπαράγει όλα όσα γεννούν τη βία, τον διαχωρισμό, την ημιμάθεια τη βλακεία. Της είναι αρκετό να γράφει δυο αράδες σε ένα κοινωνικό δίκτυο, για να εκφραστεί. Θεωρεί ότι έργο της είναι να αναπαράγει την αμνησία και την προχειρότητα σε κάθε πληροφορία που αναμασά και σχολιάζει. Ο σχολιασμός του γεγονότος είναι πιο σημαντικός από το ίδιο το γεγονός. Αν ένα γεγονός μάλιστα δεν σχολιαστεί επαρκώς, τότε μοιάζει σαν να μη συνέβη.
Έτσι, λοιπόν, φτάνουμε σήμερα να απευθυνόμαστε σε ειδικούς σχολιαστές για το κάθε μας βήμα. Εμείς δεν γνωρίζουμε ποιο είναι το σωστό για την υγεία μας, την ανατροφή των παιδιών μας, τη διατροφή μας. Για όλα υπάρχει μια κεντρική γραμμή οδηγιών, τις οποίες πρέπει να ακολουθούμε πιστά. Πλέον όχι απλώς επειδή είναι σωστό, αλλά επειδή πρέπει, επειδή είναι επιβεβλημένο. Η ανυπακοή έχει σοβαρό κόστος. Η κοινή λογική πλέον βρίσκει απαραίτητο τον κατ’ οίκον περιορισμό, την απαγόρευση κυκλοφορίας, την χρήση μάσκας. Αρκεί το πέρασμα ενός ημερολογιακού έτους, για να μας φαίνονται όλα φυσιολογικά, ενσωματωμένα στην κοινή μας λογική. Μοιάζει πάντα να ήταν έτσι.
Σταδιακά, αφού έχουμε δεχτεί τα πιο παράξενα και παράλογα, όλα τα άλλα μοιάζουν μικρές πινελιές, αχνές λεπτομέρειες. Αστυνόμευση στα Πανεπιστήμια, στο Μετρό, στις εκκλησίες, παντού. Αστυνόμευση, για να βεβαιωθούμε ότι η κοινή λογική μας έχει στερεωθεί καλά. Δεν αργεί ο καιρός που δεν θα μπορούμε να τραφούμε ή και να ταφούμε χωρίς πιστοποιητικά. Σήμερα τα πιστοποιητικά συνδέονται με τους εμβολιασμούς, αύριο θα μας δίνονται υπό άλλες προϋποθέσεις. Δεν θα αρκεί ποτέ μια υποχώρηση. Στο όνομα μιας άλλης αυθεντίας και μιας ανάγκης, πάντα οι υποχωρήσεις θα φαντάζουν λογικές.
Ενώ, λοιπόν, γίνεται πολύς λόγος για την υγεία, η υγεία φαντάζει είδος προς εξαφάνιση. Κι όχι γιατί την απειλεί ένας ιός, αλλά επειδή δεν επιθυμούμε πλέον την θεραπεία. Μας είναι αδιάφορη η θεραπεία· έχουμε ξεχάσει το νόημά της. Θεραπεία, λοιπόν, είναι η φροντίδα, ο τρόπος να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα. Κανένα πρόβλημα δεν αντιμετωπίζουμε· προ πολλού έχουμε κλείσει κάθε δρόμο που μπορεί να οδηγήσει στη θεραπεία, όχι μόνο της ανθρώπινης υγείας, αλλά και κάθε στρεβλότητάς μας. Η κοινή μας λογική, δηλαδή αυτή η προτεσταντική ηθική (ζήσε κι άσε τους άλλους να πεθάνουν) σε συνδυασμό με μια σαρωτική παγκοσμιοποίηση – η οποία χρησιμοποίησε σατανικά έξυπνα τόσο αριστερές όσο και δεξιές μεθόδους και προτάγματα, ανάλογα με την περίπτωση- μας υποβάλλουν ότι είναι καλύτερα να προσπαθούμε να προσαρμόσουμε τον κόσμο στις επιθυμίες μας. Κι αν ο κόσμος δεν ικανοποιεί τις επιθυμίες μας, τόσο το χειρότερο για τον κόσμο.
Κανείς δεν ενδιαφέρεται και κανείς δεν ασχολείται με τα ποιοτικά μας χαρακτηριστικά ως ανθρώπων. Όλη η αρχαία φιλοσοφία και η σύγχρονη εν μέρει, έχουν αφοσιωθεί στην ανεύρεση των ποιοτήτων στον άνθρωπο και στη φύση. Συζητήσεις επί συζητήσεων για την ανεύρεση αρετών, για το ποιες είναι και πώς μπορεί κανείς να τις κατακτήσει. Σήμερα, αν μιλήσει κανείς για αρετές, κινδυνεύει να χαρακτηριστεί τρελός. Έχει όμως σώας τα φρένας, αν αφιερώσει τη ζωή του στο να πραγματοποιεί μια σειρά ποιοτικών ελέγχων για τα προϊόντα που καταναλώνουμε. Με άλλα λόγια, ενώ μας είναι αδιάφορη η ανθρώπινη ποιότητα -δεν έχει καμιά σημασία για την κοινή λογική-, έχει, απεναντίας, τεράστια σημασία η ποιότητα των πραγμάτων που μας περιβάλλουν. Αν θέλουμε να γίνουμε λίγο πιο κυνικοί· συχνά είναι ποιοτικότερα τα προϊόντα που καταναλώνουμε από εμάς τους ίδιους, που η μόνη ποιότητα που αναγνωρίζουμε για τους εαυτούς μας είναι αυτή του καταναλωτή.
Έχουμε πλέον τις αυθεντίες που μπορούν να στηρίξουν αυτή την κοινή μας λογική. Λίγες μικρές ακόμη λεπτομέρειες να ρυθμίσουμε κι ο κόσμος όλος θα είναι δικός μας. Το χάος φέρνει εξουσία. Σπέρνοντάς το, μπορεί κανείς να θερίσει φόβο και ανασφάλεια. Μπορεί έτσι να διασφαλίσει την υποταγή. Οι αυθεντίες είναι έτοιμες. Δειλές και πειθήνιες, για να στηρίξουν ορθολογικά την κοινή λογική της απολυταρχίας. Κανείς δεν θα μπορεί να αντιδράσει, ακριβώς επειδή θα έρχεται ενάντιος στην κοινή λογική.
Όταν ένας θεολόγος του Μεσαίωνα, ο Ελβετός Λούντβιχ Λάβατερ, το 1569 προσπάθησε να ελέγξει την ύπαρξη ή όχι φαντασμάτων και άλλων ανάλογων φαινομένων, έκανε μια σειρά λογικών συλλογισμών και αναζήτησε σειρά αποδείξεων σχετικά με αυτά. Θεώρησε ότι το σκοτάδι, ο κακός φωτισμός, η προδιάθεση και ο φόβος είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσουν σύγχυση και να πείσουν κάποιον να δεχτεί την ύπαρξή τους. Έτσι, λοιπόν, οι έρευνές του τον οδήγησαν στην ανυπαρξία φαντασμάτων. Όταν, όμως, κατέφυγε στη Βίβλο και σε αρχαίους συγγραφείς, αναγκάστηκε να το ξανασκεφτεί. Εκεί εντόπισε πλήθος περιπτώσεων και αποδείξεων για αυτά που σήμερα ονομάζουμε υπερφυσικά ή παραφυσικά φαινόμενα. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση του οράματος του Σαμουήλ. Παρατήρησε ότι και στον Βιργίλιο και τον Πλάτωνα συναντά κανείς περιγραφές ανάλογων φαινομένων. Από τη σύγχρονή του εποχή συμπεριέλαβε μαρτυρίες μόνο ευυπόληπτων ατόμων. Έτσι, μπροστά στην κοινή λογική του χριστιανικού δόγματος και των αυθεντιών της εποχής του, ήταν αναγκασμένος να κάνει τη δική του φωνή να σωπάσει. Κάθε εποχή, όμως, έχει τα δικά της δόγματα και τη δική της κοινή λογική, εξίσου παράλογη, επειδή, στο όνομα μιας ιδέας, κόβει και ράβει τα πάντα.
Στο όνομα της δημοκρατίας και της υγείας -οι οποίες δεν ορίζονται, αλλά έχουν μια μεταφυσική σημασία πλέον- έχει απολεσθεί η ελευθερία, η θεραπεία, η αληθινή ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία. Στο όνομα της ασφάλειας, η γνώση, η φροντίδα, η ζεστασιά, η επαφή, το ανθρώπινο βλέμμα φαίνονται παρελθόν. Δεν θα τα βρίσκουμε ούτε καν στην ιστορία, αλλά μόνο στη λογοτεχνία και στον κινηματογράφο. Τι είναι υγεία; Όποιος δεν έχει κορωναϊό είναι υγιής; Σου αρκεί να ζεις έτσι; Είσαι ευχαριστημένος με τη ζωή σου; Μπορείς να ζεις διαρκώς με ψυχοφάρμακα και υποκατάστατα; Οι αυθεντίες λένε ναι. Εσύ;
σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση
και Αναρχική συλλογικότητα Πυργῖται