Πώς να κατανοήσουμε –και να καταγράψουμε –τα στοιχεία για τους θανάτους από Covid-19.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στις 29 Μαρτίου, από τον Dr John Lee, στο περιοδικό Spectator (https://www.spectator.co.uk/article/how-to-understand-and-report-figures-for-covid-19-deaths-). Παρόλο που έχουν περάσει μερικές μέρες από την πρώτη δημοσίευσή του και τα αριθμητικά δεδομένα που αναφέρει ανά χώρα έχουν μεταβληθεί στο μεταξύ, το άρθρο παραμένει επίκαιρο, ακόμη και μετά τη λήξη της καραντίνας, επειδή αναδεικνύει την αδυναμία των συστημάτων υγείας κάθε χώρας να καταμετρήσουν και να αναφέρουν με ακρίβεια τα πραγματικά περιστατικά Covid-19, ιδιαίτερα όσον αφορά τη συσχέτιση με του ιού με τις περιπτώσεις θανάτων.
Η κριτική του, σε σχέση με τη δυνατότητα αποτελεσματικών ελέγχων και την αποτελεσματική καταμέτρηση των στοιχείων, είναι πολύ σοβαρή. Ουσιαστικά καταδεικνύει ότι όλες αυτές οι σοβαροφανείς αναλύσεις γύρω από την εξέλιξη του ιού και κατά συνέπεια οι αποφάσεις που παίρνονται, στερούνται αντικειμενικής επιστημονικής βάσης. Ή επιστήμη κατά βάση είναι δύο πράγματα: πειραματικά δεδομένα (δηλαδή μετρήσεις) συν μοντέλα επεξεργασίας των μετρήσεων στη βάση των φυσικών νόμων για την εξαγωγή συμπερασμάτων. Για το λόγο αυτό το πρώτο που έχει σημασία στην επιστήμη είναι το τί ακριβώς μετράμε και το πως το μετράμε αξιόπιστα. Εάν δεν έχεις μετρήσεις ή έχεις ελλιπείς μετρήσεις ή ακόμη χειρότερα αναξιόπιστες μετρήσεις, τότε απλά δεν υπάρχει επιστήμη.
Μπορεί να υπάρχει όμως άσκηση πολιτικής που θεωρεί πως αποκτά αντικειμενικότητα στη βάση είτε μιας ελλιποβαρούς επιστήμης είτε ακόμη και ψευδοεπιστήμης – αυτό δεν τους ενδιαφέρει, αρκεί να υπάρχει η πειστικότητα του θεάτρου του παραλόγου των ΜΜΕ. Και αυτό ζούμε στην πραγματικότητα: όχι μια «κρίση υγείας» αλλά μια πολιτική, οικονομική (και πιθανόν στο μέλλον και στρατιωτική) επίθεση στην παγκόσμια κοινωνία με σκοπό τη βίαιη προσαρμογή της σε νέα δεδομένα υποδούλωσης που έχουν ήδη προδιαγραφεί σχεδόν έναν αιώνα πριν (αν όχι και περισσότερο)…
Οι υπογραμμίσεις με έντονη γραμματοσειρά είναι δικές μας.
Κάθε μέρα, πλέον, βλέπουμε τα στοιχεία για τους «θανάτους από Covid-19». Αυτοί οι αριθμοί εκφράζονται συχνά με γραφικά που δείχνουν μια εκθετική άνοδο. Ωστόσο, πρέπει να προσέχουμε, όταν διαβάζουμε (και αναφέρουμε) αυτά τα στοιχεία. Δεδομένης της εξαιρετικής ανταπόκρισης στην εμφάνιση αυτού του ιού, είναι ζωτικής σημασίας να έχουμε σαφή εικόνα για την πρόοδό του και το τι σημαίνουν αυτά τα στοιχεία. Ο κόσμος της αναφοράς των επιδημιών έχει τη δική του δυναμική, που αξίζει να κατανοηθεί. Πόσο ακριβείς ή συγκρίσιμοι είναι αυτοί οι αριθμοί, που συγκρίνουν τους θανάτους από Covid-19 σε διάφορες χώρες;
Συχνά βλέπουμε να εκφράζεται ένας λόγος (μια αναλογία): οι θάνατοι ως ποσοστό των περιπτώσεων. Τα στοιχεία λαμβάνονται ως ένδειξη για τον τρόπο με τον οποίο είναι θανατηφόρος ο Covid-19, αλλά οι αναλογίες ποικίλουν έντονα. Στις ΗΠΑ, 1,8% (2.191 θάνατοι σε 124.686 επιβεβαιωμένες περιπτώσεις), στην Ιταλία 10,8%, στην ισπανία 8,2%, στη Γερμανία 0,8%, στη Γαλλία 6,1%, στο Ηνωμένο βασίλειο 6%. Μια δεκαπενταπλάσια διαφορά στο ποσοστό θνησιμότητας για την ίδια ασθένεια μοιάζει περίεργη ανάμεσα σε παρόμοιες χώρες: όλες αναπτυγμένες, όλες με καλά συστήματα υγειονομικής περίθαλψης. Όλες ανιχνεύουν την ίδια ασθένεια.
Μπορεί να νομίζετε ότι θα ήταν εύκολο να υπολογιστούν τα ποσοστά θανάτου. Ο θάνατος είναι ένα ακραίο και εύκολο να μετρηθεί τελικό σημείο. Στην επαγγελματική μου ζωή (είμαι συνταξιούχος καθηγητής παθολογίας) συνήθως συναντώ μελέτες που το εκφράζουν συγκριτικά και ως έναν λόγο (αναλογία): ο αριθμός των θανάτων σε μια δεδομένη περίοδο του χρόνου σε μια περιοχή, διαιρεμένος με τον αριθμό του πληθυσμού μιας περιοχής. Για παράδειγμα, δέκα θάνατοι ανά 1.000 κατοίκους τον χρόνο. Οπότε, μόνο τρεις αριθμοί:
- Ο πληθυσμός που έχει προσβληθεί από τη νόσο
- Ο αριθμός όσων πεθαίνουν από την ασθένεια
- Η σχετική χρονική περίοδος
Το πρόβλημα είναι ότι στην κρίση του Covid-19 καθένας από αυτούς τους αριθμούς είναι ασαφής.
- Για ποιον λόγο τα αριθμητικά στοιχεία για τις λοιμώξεις του Covid-19 είναι σε μεγάλο βαθμό υποτιμημένα
Ας υποθέσουμε ότι υπήρξε μια ασθένεια που προκαλούσε πάντα έναν μεγάλο πορφυρό σημείο στο κέντρο του μετώπου μετά από δύο μέρες – θα ήταν εύκολο να μετρηθεί. Οποιοσδήποτε γιατρός θα μπορούσε να τη διαγνώσει και τα εθνικά στοιχεία θα ήταν αξιόπιστα. Τώρα, ας εξετάσουμε μια ασθένεια που προκαλεί μια μεταβλητή υψηλή θερμοκρασία και βήχα για μια περίοδο 5 έως 14 ημερών, καθώς και μεταβαλλόμενα αναπνευστικά συμπτώματα που κυμαίνονται από σχεδόν ανύπαρκτα έως σοβαρά αναπνευστικά συμπτώματα. Θα υπάρξει μια σειρά από συμπτώματα και σημάδια σε ασθενείς που επηρεάζονται από αυτή την ασθένεια· που επικαλύπτονται ευρέως με παρόμοια αποτελέσματα, τα οποία προκαλούνται από πολλές άλλες μολυσματικές ασθένειες. Είναι ο Covid-19, μια εποχιακή γρίπη, κρυολόγημα ή κάτι άλλο; Είναι αδύνατο να το πούμε με μια κλινική εξέταση.
Ο μόνος τρόπος να εντοπιστούν άνθρωποι που έχουν σίγουρα την ασθένεια θα είναι η χρήση ενός εργαστηριακού τεστ που είναι εξειδικευμένο για την ασθένεια (ανιχνεύει μόνο αυτή την ασθένεια και όχι παρόμοιες ασθένειες) και είναι ευαίσθητο στην ασθένεια (συλλέγει ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων με αυτή την ασθένεια, είτε σοβαρή είτε ήπια). Η ανάπτυξη ακριβών, αξιόπιστων, επικυρωμένων τεστ είναι δύσκολη και απαιτεί χρόνο. Προς το παρόν, πρέπει να εμπιστευτούμε ότι τα τεστ που χρησιμοποιούνται μετρούν αυτό που πιστεύουμε ότι είναι.
Μέχρι στιγμής, σε αυτή την πανδημία, τα εργαλεία ελέγχων (test kits) έχουν δεσμευτεί κυρίως για νοσηλευόμενους ασθενείς με σοβαρά συμπτώματα. Λίγοι έλεγχοι έχουν πραγματοποιηθεί σε ασθενείς με ήπια συμπτώματα. Αυτό σημαίνει ότι ο αριθμός των θετικών ελέγχων θα είναι πολύ χαμηλότερος από τον αριθμό των ατόμων που είχαν την ασθένεια. Ο Sir Patrick Vallance, ο επικεφαλής σύμβουλος της κυβέρνησης, προσπαθεί να το τονίσει αυτό. Πρότεινε ότι ο πραγματικός αριθμός των περιπτώσεων θα μπορούσε να είναι 10-20 φορές υψηλότερος από τον επίσημο αριθμό. Εάν έχει δίκιο, το ποσοστό θνησιμότητας που οφείλεται στον ιό αυτό (όλα προέρχονται από εργαστηριακές εξετάσεις) θα είναι 10-20 φορές χαμηλότερο από ό,τι εμφανίζεται στα δημόσια στοιχεία. Όσο περισσότερο αυξάνεται ο αριθμός των μη δοκιμασμένων περιπτώσεων, τόσο χαμηλότερο είναι το πραγματικό ποσοστό θνησιμότητας.
- Για ποιον λόγο υπερεκτιμώνται σημαντικά οι θάνατοι από τον Covid-19
Έπειτα, τι συμβαίνει με τους θανάτους; Πολλοί εκπρόσωποι της βρετανικής υγείας έχουν φροντίσει επανειλημμένα να λένε ότι οι αριθμοί που αναφέρονται στο Ηνωμένο Βασίλειο δείχνουν θανάτους σε συνδυασμό με την παρουσία του ιού και όχι θάνατο εξαιτίας του ιού –αυτό είναι σημαντικό. Όταν έστειλε τα στοιχεία στο κοινοβούλιο πριν από λίγες μέρες ο καθηγητής του Imperial College London, Neil Ferguson, δήλωσε ότι αναμένει τώρα λιγότερους από 20.000 θανάτους από Covid-19 στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά έχει σημασία ότι τα 2/3 αυτών των ανθρώπων θα είχαν πεθάνει ούτως ή άλλως. Με άλλα λόγια, προτείνει ότι ο ακαθόριστος αριθμός των θανάτων από Covid-19 είναι τρεις φορές υψηλότερος από τον αριθμό όσων έχουν πράγματι σκοτωθεί από τον Covid-19 (ακόμη και το ποσοστό των δύο τρίτων είναι μια εκτίμηση – δεν θα με εξέπληττε αν η πραγματική αναλογία είναι υψηλότερη).
Αυτή η απόχρωση είναι ζωτικής σημασίας – όχι μόνο για την κατανόηση της νόσου, αλλά και για την κατανόηση του βάρους που μπορεί να επιφέρει στις υγειονομικές υπηρεσίες στις επόμενες μέρες. Δυστυχώς, η απόχρωση τείνει να χαθεί στους αριθμούς που αναφέρθηκαν από τη βάση δεδομένων που χρησιμοποιείται για την παρακολούθηση του Covid-19: Το Johns Hopkins Coronavirus Resource Center έχει καταρτίσει μια τεράστια βάση δεδομένων, με δεδομένα για τον Covid-19 από όλο τον κόσμο, που ανανεώνονται καθημερινώς – και τα στοιχεία της χρησιμοποιούνται, παγκοσμίως, για την παρακολούθηση του ιού. Αυτά τα δεδομένα δεν είναι τυποποιημένα και κατά πάσα πιθανότητα δεν είναι συγκρίσιμα, όμως αυτή η σημαντική προειδοποίηση σπάνια εκφράζεται από τα (πολλά) γραφήματα που βλέπουμε. Υπάρχει ο κίνδυνος να υπερβάλλουμε στην ποιότητα των δεδομένων που έχουμε.
Η διάκριση ανάμεσα στο θάνατο με εμφάνιση Covid-19 και θάνατο εξαιτίας του Covid-19 δεν είναι απλώς μια λεπτομέρεια. Ας εξετάσουμε ορισμένα δεδομένα: μια 87 ηλικιωμένη γυναίκα με άνοια σε ένα γηροκομείο· ένας 79χρονος ηλικιωμένος άνδρας με μεταστατικό καρκίνο της ουροδόχου κύστης· ένας 29χρονος άνδρας με λευχαιμία που έλαβε χημειοθεραπεία· μια 46 γυναίκα ασθένεια κινητικού νευρώνα για δύο έτη. Όλοι αναπτύσσουν μολύνσεις του αναπνευστικού και πεθαίνουν. Όλα τα τεστ είναι θετικά στον Covid-19. Ωστόσο, όλοι ήταν ευάλωτοι σε θάνατο από λοίμωξη του αναπνευστικού από οποιαδήποτε μολυσματική αιτία (συμπεριλαμβανομένης της γρίπης). Ο Covid-19 ήταν ίσως η τελευταία σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, αλλά δεν προκάλεσε τους θανάτους τους. Ας εξετάσουμε δύο ακόμη περιπτώσεις: ένας άνδρας 75 ετών με μια ήπια καρδιακή ανεπάρκεια και βρογχίτιδα, μια γυναίκα ηλικίας 35 ετών που ήταν προηγουμένως σε καλή φυσική κατάσταση χωρίς γνωστές ιατρικές παθήσεις. Κι οι δύο παθαίνουν μια λοίμωξη στο στήθος και πεθαίνουν και οι δύο εντοπίζονται θετικοί στον Covid-19. Στην πρώτη περίπτωση δεν είναι απολύτως σαφές τι βαρύτητα πρέπει να δοθεί στις προϋπάρχουσες καταστάσεις έναντι της λοίμωξης από τον ιό – για να το κρίνουμε, θα απαιτούνταν ένας εξειδικευμένος κλινικός, για να εξετάσει τις σημειώσεις των περιπτώσεων. Η τελική περίπτωση λογικά θα αποδοθεί στον θάνατο που προκάλεσε ο Covid-19, υποθέτοντας ότι ήταν αλήθεια ότι δεν υπήρχαν υποκείμενες συνθήκες.
Πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει διεθνής τυποποιημένη μέθοδος για την κατανομή ή την καταγραφή των αιτίων θανάτου. Επίσης, κανονικά, οι περισσότεροι θάνατοι λόγω αναπνευστικού δεν έχουν ποτέ καταγραφεί με μια συγκεκριμένη μολυσματική αιτία, ενώ αυτή τη στιγμή μπορεί κανείς να αναμένει ότι θα έχουν καταγραφεί όλα τα θετικά αποτελέσματα του Covid-19 που σχετίζονται με θάνατο. Και σε αυτή την περίπτωση, αυτό δεν είναι μια απλή λεπτομέρεια. Φανταστείτε έναν πληθυσμό, όπου όλο και περισσότεροι από εμάς έχουμε ήδη Covid-19 και όπου κάθε άρρωστος και νεκρός ασθενής έχει ελεγχθεί για τον ιό. Οι θάνατοι που οφείλονται φαινομενικά στον Covid-19, η τροχιά του Covid-19, θα προσεγγίσουν το συνολικό ποσοστό θνησιμότητας. Φαίνεται ότι όλοι οι θάνατοι προκλήθηκαν από τον Covid-19 –θα ήταν αυτό αλήθεια; Όχι. Η σοβαρότητα της επιδημίας θα υποδεικνύεται από τον αριθμό των επιπλέον θανάτων (πάνω από το φυσιολογικό) που υπήρχαν συνολικά.
- Ο Covid-19 και μια συγκεκριμένη χρονική περίοδος
Τέλος, τι γίνεται με τη χρονική περίοδο; Σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο σενάριο, όπως η κρίση του Covid-19, τα ημερήσια στοιχεία παρουσιάζουν μόνο ένα στιγμιότυπο. Αν οι άνθρωποι χρειάζονται πολύ χρόνο, για να πεθάνουν από μια ασθένεια, θα χρειαστεί λίγος χρόνος, για να κρίνουμε το πραγματικό ποσοστό θνησιμότητας και τα αρχικά στοιχεία θα είναι υποτιμημένα. Αλλά αν οι άνθρωποι πεθαίνουν αρκετά γρήγορα από την ασθένεια, τα στοιχεία θα είναι πλησιέστερα στον πραγματικό αριθμό. Είναι πιθανόν ότι μια μικρή υστέρηση – εκείνοι που πεθαίνουν σήμερα μπορεί να έχουν αρρωστήσει σοβαρά για μερικές μέρες. Όμως, καθώς περνάει ο χρόνος, θα γίνει λιγότερο σημαντικό, καθώς επιτυγχάνεται μια σταθερή κατάσταση.
Επιτρέψτε μου να τελειώσω με μερικά παραδείγματα. Οι συνάδελφοι στη Γερμανία αισθάνονται βέβαιοι ότι ο αριθμός τους είναι πλησιέστερος στην αλήθεια από τους περισσότερους, επειδή είχαν αρκετές δυνατότητες ελέγχων έτοιμες, όταν τους έπληξε η πανδημία. Επί του παρόντος, το ποσοστό θνησιμότητας είναι 0,8% στη Γερμανία. Εάν υποθέσουμε ότι το 1/3 των καταγεγραμμένων θανάτων οφείλεται στον Covid-19 και ότι κατάφεραν να ελέγξουν το 1/3 όλων των περιπτώσεων στη χώρα που πραγματικά έχουν την ασθένεια (μια γενναιόδωρη υπόθεση), τότε το ποσοστό θνησιμότητας από Covid-19 θα έφτανε το 0,08%. Αυτό μπορεί να ανέβει ελαφρώς, ως αποτέλεσμα της επιβράδυνσης των θανάτων. Αν υποθέσουμε ότι αυτό το φαινόμενο μπορεί να είναι 25% (που φαίνεται γενναιόδωρο), αυτό θα έδινε ένα συνολικό και πιθανώς ανώτερο όριο θνησιμότητας 0,1%, που είναι παρόμοιο με την εποχική γρίπη.
Ας κοιτάξουμε τους αριθμούς στο Ηνωμένο Βασίλειο. Από τις 9 π.μ. το Σάββατο σημειώθηκαν 1.019 θάνατοι και 17.089 επιβεβαιωμένες περιπτώσεις –ποσοστό θανάτου 6%. Αν το 1/3 των θανάτων προκληθεί από Covid-19 και ο αριθμός των περιπτώσεων υποτιμηθεί από έναν παράγοντα, ας πούμε 15, το ποσοστό θανάτων θα ήταν 0,13% και ο αριθμός των θανάτων εξαιτίας του Covid-19 θα ήταν 340. Αυτός ο αριθμός θα πρέπει να τεθεί σε προοπτική με τον αριθμό θανάτων που κανονικά θα περίμενε κανείς στις πρώτες 28 ημέρες του Μαρτίου –περίπου 46.000.
Ο αριθμός των καταγεγραμμένων θανάτων θα αυξηθεί τις επόμενες μέρες, αλλά και ο πληθυσμός που θα προσβληθεί από την ασθένεια –πιθανόν πολύ πιο γρήγορα από την αύξηση των θανάτων. Επειδή βλέπουμε τόσο προσεκτικά την παρουσία του Covid-19 σε όσους έχουν πεθάνει – όπως βλέπω πιο λεπτομερώς στο τρέχον τεύχος του «The Spectator»[1]– το κλάσμα όσων πεθαίνουν με Covid-19 (αλλά όχι εξαιτίας του) σε έναν πληθυσμό όπου τα περιστατικά αυξάνονται, είναι πιθανόν να αυξηθούν ακόμη περισσότερο. Επομένως, η μέτρηση της αύξησης του αριθμού θανάτων δεν είναι απαραίτητα η αιτία για συναγερμό, εκτός αν αποδεικνύει υπερβολικούς θανάτους -340 θάνατοι από 46.000 δείχνουν ότι δεν είμαστε κοντά σε αυτό επί του παρόντος. Έχουμε προετοιμαστεί για το χειρότερο, αλλά δεν έχει συμβεί ακόμη. Οι εκτεταμένοι έλεγχοι του προσωπικού του Δημόσιου Συστήματος Υγείας που ανακοινώθηκε πρόσφατα μπορεί να βοηθήσει στην παροχή σαφέστερης ένδειξης του βαθμού, στον οποίο η νόσος έχει ήδη εξαπλωθεί στον πληθυσμό.
Το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες κυβερνήσεις δεν έχουν κανέναν έλεγχο ως προς τον τρόπο, με τον οποίο αναφέρονται τα δεδομένα τους, αλλά μπορούν να ελαχιστοποιήσουν τις πιθανότητες παρερμηνείας, καθιστώντας απολύτως σαφές ποια είναι τα αριθμητικά στοιχεία τους και ποια δεν είναι. Όταν λήξει αυτό το επεισόδιο, υπάρχει ξεκάθαρη ανάγκη για μια διεθνώς συντονισμένη επικαιροποίηση του τρόπου με τον οποίο αποδίδονται και καταγράφονται οι θάνατοι, ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα τι συμβαίνει πιο ξεκάθαρα, όταν το χρειαστούμε.
Dr John Lee
Και για τη μετάφραση
Αναρχική Συλλογικότητα Πυργῖται
[1] https://www.spectator.co.uk/article/The-evidence-on-Covid-19-is-not-as-clear-as-we-think: πρόκειται για το άρθρο που ήδη μεταφράσαμε και δημοσιεύσαμε προ ολίγων ημερών