Διασχίζοντας τον λαβύρινθο

Διασχίζοντας τον λαβύρινθο

Ο λαβύρινθος λειτουργεί μέσα μας, καθημερινά, πέρα από το φυσικό, στο αμιγώς συμβολικό. Είτε γίνεται αντιληπτό είτε όχι, τον συναντούμε στο κατώφλι της απόφασης, στην αμφιβολία της επιλογής, στην σιωπή του εσωτερικού τρίστρατου. Ασφαλώς, έχουν ήδη γίνει αρκετές προσεγγίσεις για το ζήτημα, είτε φιλοσοφικές, είτε ψυχολογικές, είτε εν γένει θεολογικές.

Αναντίρρητα, μπορούμε με ευκολία να φανταστούμε τον Θησέα να δένει την άκρη του νήματος στην είσοδο του λαβυρίνθου. Ίσως σε μια μικρή οπή ή έναν τυχαίο ήλο. Έχει ουσιαστική σημασία η λεπτομέρεια αυτή, καθώς, δίχως την σταθεροποίηση του νήματος σε ένα σημείο, η αξία του ίδιου του μίτου αυτοκαταργείται πλήρως. Αυτό το σημείο λοιπόν, συμβολικά, είναι η βάση για το ταξίδι, αλλά και για την ασφαλή επιστροφή. Μια επιστροφή που θα γινόταν αδύνατη, αν η αφετηρία, μέσα από την κίνηση στον χώρο και τον χρόνο, λησμονηθεί. Αρκεί καμιά φορά ένα σταθερό σημείο, έστω και σημείο, για να επιστρέψουμε.

Η αφετηρία· αυτή είναι η ρίζα. Ο μίτος δένεται, μα και ριζώνει. Αλίμονο αν αυτό δεν συμβεί, καθώς, είτε τυχαία είτε από λάθος χειρισμό, ακόμη και ο καλύτερος κόμπος μπορεί να λυθεί. Η ρίζα όμως είμαστε εμείς. Η πιθανότητα να ξεριζωθεί, αν και υπαρκτή, έρχεται αντιμέτωπη με την ίδια μας την ύπαρξη. Αυτό την κάνει σαφώς πιο στέρεη από κάθε κόμπο.

Ποιος είναι όμως αυτός ο μίτος;

Ο Πλάτων, από το στόμιο του σπηλαίου του, θα έλεγε η Ψυχή, ο Αριστοτέλης, απορροφημένος στην πολυπραγμοσύνη του, θα έλεγε ο Λόγος, ο ψυχολόγος θα έλεγε ο Εαυτός κι ο παπάς, με ακλόνητη βεβαιότητα, θα έλεγε ο θεός ως λόγος και ψυχή.

Από την μεριά μας, θεωρούμε πως το παιδί που παίζει και γελά και αναπνέει κάπου μέσα μας είναι ο μίτος. Η αθωότητα που μπορεί να συντροφεύσει την συνείδηση, την εμπειρία μέσα από το βίωμα, μια εσωτερική πληρότητα κι αυτάρκεια, που ισορροπεί εντός μας την τρυφερότητα με την δύναμη. Μια ισορροπία που νυχθημερόν αντιμετωπίζει διαρκώς τη χυδαιότητα, τη μικροπρέπεια, το μίσος, την υστεροβουλία και τη μισαλλοδοξία. Η ρίζα είναι η ισορροπία μας κι αντιστρόφως.

Τι γίνεται όμως αν η ισορροπία, η ρίζα, το παιδί αυτό μέσα μας, για κάποιον λόγο σιωπήσει; Αν αντί για τον ήλιο, την αλάνα, την αυλή των θαυμάτων, το κλειδώσουμε σε μια σκοτεινή ειρκτή;

Τότε, το φυλακισμένο παιδί που ξέχασε πρέπει να θυμηθεί ποιο αληθινά είναι και τι αληθινά έχει σημασία. Μεγαλώνοντας, μπαίνει κανείς όλο και βαθύτερα στον λαβύρινθο και καλείται διαρκώς να ξεχνάει, να αφήνει πίσω πράγματα, για να μπορεί να συνεχίζει. Όμως, φτάνει κάποια στιγμή, διαφορετική για τον καθένα και την καθεμιά, που χρειάζεται να θυμηθούμε. Επειδή είδαμε τον Μινώταυρο, είδαμε το τέρας μέσα μας, αλλά πρέπει να ξαναβγούμε στο φως. Αν δεν έχει λύση ο λαβύρινθος, δεν ολοκληρώνεται η μύηση. Αν δεν ξαναβγούμε από τη σπηλιά την κατάλληλη στιγμή, η διαδικασία μένει ανολοκλήρωτη και γι’ αυτό αναγκαζόμαστε να μπαίνουμε διαρκώς, διαγράφοντας αιώνιες ελλειπτικές τροχιές. Η λύση όμως έρχεται από έξω· κάποιος έξω φυλάει τη σπηλιά. Κάποιος άλλος θα μας θυμίσει.

Κι αυτός μπορεί να είναι ένας αληθινός σύμβουλος, ένας αληθινός φίλος, ένας αληθινός σύντροφος. Μπορεί μια ομάδα και αυτό θα ήταν ιδανικό, επειδή η ομάδα μπορεί και συγκεντρώνει την ενέργεια πολλών ανθρώπων. Ναι, χρειάζεται μια εξωτερική υπενθύμιση, αλλιώς μπορεί να αποκοιμηθείς και να νομίζεις ότι έχεις ξυπνήσει.

Σύμφωνα με τον Καμύ, ο υπαρξισμός του Σαρτρ και της ομάδας του, οδηγεί σε έναν μηδενισμό, που δεν έχει λύση. Οδηγεί σε ένα αδιέξοδο σκοτάδι, εν τέλει, που δεν σηματοδοτεί την έξοδο από τον λαβύρινθο, δεν φανερώνει το πρώτο σπάραγμα του φωτός. Απεναντίας, ο Καμύ υποστήριζε τη χαρά της ύπαρξης και της δημιουργίας. Την αναζητούσε ακόμη κι όταν δεν μπορούσε να τη βρει.

Θα προσθέταμε ότι και η σύγχρονη σκέψη (και η λογοτεχνία σε μεγάλο βαθμό, όταν αναφέρεται σε δυστοπικά σύμπαντα ή σε δολοφονίες κ.α.), κάνει με κάποιον τρόπο το ίδιο: μάς οδηγεί σε ένα σκοτάδι χωρίς να ανάβει εκείνο το φως, που δείχνει την έξοδο από τον λαβύρινθο. Αυτό είναι λοιπόν το πνεύμα της εποχής μας (zeitgeist), με λίγα λόγια, που μας υποδεικνύει τι να κάνουμε; Να παρακολουθούμε αμέτοχοι το σκοτάδι να επικρατεί; Ότι είμαστε τόσο αδύναμοι, που δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε και «οφείλουμε» να το αποδεχτούμε και να συμπορευθούμε μαζί του;

Μάλλον θεωρείται ξεπερασμένο και οπισθοδρομικό να αντισταθείς και φανερώνει άνθρωπο που δεν αποδέχεται τις αλλαγές ή, συγκεκριμένα, την αποδοχή του σημερινού σκότους. Με απλά λόγια, αυτή είναι η κυρίαρχη ιδέα και καλλιεργεί επιπλέον σκοτάδι, σπρώχνοντάς σε πιο βαθιά στο σπήλαιο ή στον λαβύρινθο και, αν του το επιτρέψεις, σου κόβει και τον ίδιο τον μίτο.

Και κάτι ακόμη· η αμφιβολία, η διερώτηση, το να αναρωτιέσαι αν κάτι ισχύει και να το εξετάζεις όσο περισσότερο σε βάθος γίνεται, θεωρείται κι αυτό ξεπερασμένο: όταν συζητάς, αναλύεις, αμφιβάλλεις, αμφισβητείς, θεωρείσαι επίσης οπισθοδρομικός. Συνήθως, όταν αμφισβητείς την παγκόσμια εξουσία σήμερα (σε κάθε της έκφραση, μικρή ή μεγάλη) και ό,τι την περιβάλλει, θεωρείται οπισθοδρόμηση, φανατισμός, φασισμός, συνωμοσιολογία, ηλιθιότητα. Η πίστη σε κάτι ανώτερο από το ανθρώπινο που ο καθένας μπορεί να το ονομάζει όπως θέλει (θεό, πνεύμα, ψυχή κ.λπ.) συνήθως ταυτίζεται με την ανοησία.

Ας γκρεμίσουμε λοιπόν την ειρκτή, που κρατά δέσμιο το παιδί, τον μίτο, την ρίζα. Η κατάργηση κάθε φυλακής ξεκινά από μέσα μας.

Αλκυόνες

Ιθαγενής στην ψηφιακή ζούγκλα

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Comments are closed.