Ξωθιά

Ξωθιά

Η ξωθιά (ξωτικιά > ξωτκιά > ξωθκιά > ξωθιά) αφήνει τον κόσμο του αιθέρα, του μαγικού δάσους, να κοινωνήσει απ’ τον πόνο των θνητών· την βαρβαρότητα του πολέμου, την οδύνη της προσφυγιάς, την αφόρητη ασχήμια των μητροπολιτικών κέντρων. Με «όπλο» την κιθάρα, με γητείες και ξόρκια, αναμετριέται με τον χρόνο, το θάνατο και την σιωπή. Έμπνευση για τους παρακάτω στίχους είναι η Μ.

 

Στ’ ουράνιου τόξου τον χάρτη αγγίζεις το φως

Στου μύθου το νήμα ενώνεις αστέρια και χώμα

Στα τάστα σου άλικος ήλιος γυμνός

Πορφύρα, σκιές, ζωγραφίζουν το σώμα

 

Σε είδα στην Γάζα μαύρο πρωί

Με πόδια γυμνά ξωθιά στα συντρίμμια

Ανθρώπων την πίκρα να κάνεις βροχή

Ανθούς να βλασταίνουν στης νότας το κύμα

 

Σε είδα την νύχτα ξωθιά στον βυθό

Παιδιά ν’ ανεβάζεις για μία πνοή

Ναυάγια πρόσφυγες βορά στον πνιγμό

Ξορκίζεις τον θάνατο ως την αυγή

 

Στα δάση, στις λόχμες, δεν βρίσκεις σιωπή

Στις πόλεις τσιμέντο, ατσάλι και βία

Πλήκτρα κι οθόνες, δικοί τους θεοί

Χορδές και ακόρντα η δική σου μαγεία

Ιθαγενής στην ψηφιακή ζούγκλα

 

Comments are closed.