Ουλή

Ουλή

Είχε μια μεγάλη ουλή στο μηρό της/ έμοιαζε με νεκρό σιδηρόδρομο/ που τον σκέπαζαν πρόχειρα άγριες σάρκες/ Αυτός έβαζε το δάχτυλο τρυφερά στην αφετηρία/ και διέτρεχε απαλά την απόσταση/ ως τη ρίζα του γονάτου/ Κάθε φορά ένιωθε την διαδρομή ατελείωτη/ Κλείνανε τότε γυμνοί τα μάτια/ να φανερώσουν για λίγο/ όσα ο φόβος τους έκρυβε/ Εκείνη ψιθύριζε/ «Γιατί σου αρέσει τόσο η ουλή μου; Είναι μεγάλη κι άσχημη/ Αν όμως τόσο πια τι θέλεις στη χαρίζω»/ Κι αυτός απαντούσε/ «Κοίτα/ όσο κι αν περιπλανήθηκα μέσα σ’ αρχαίους τάφους/ δεν βρήκα πουθενά μαχαίρι/ τόσο σκουριασμένο/ τόσο στομωμένο/ για να την βγάλω από πάνω σου/ όπως τής αξίζει»/ «Τότε θα τη φυλάω στο σώμα μου/ μόνο για σένα/ Όσα χρόνια κι αν περάσουν/ από αυτή τη στιγμή/ θα είναι δική σου/ Σάρκα και δέρμα σου/ ένα με εμένα/ Ως το θάνατο/ Ή μέχρι να βρεις εκείνο το μαχαίρι των αρχαίων»/ «Κάποια στιγμή θα τα ξεχάσεις όλα αυτά/ ή το πιθανότερο/ δεν θα θέλεις να τα θυμάσαι»/ «Ίσως/ Αναπνέω  για τη στιγμή/ Αν σκεφτώ το αύριο/ θα σταματήσει η καρδιά μου/ Κάποια πρωινά/ ξυπνώ με ένα μαύρο ήλιο στο μαξιλάρι μου/ Το χθεσινό μου όνειρο/ καίγεται στο σκοτάδι του/ ψάχνω λίγη από την τέφρα/ μα δεν βρίσκω ίχνος/ Αυτό πάλι τι σου λέει;»/ «Μου λέει ότι έχεις μάθει πια τα πάντα/ Νομίζω ότι έχει έρθει η ώρα ν’ αρχίσεις να ξεχνάς/ Εγώ πάλι λέω/ από εδώ και πέρα/ να μην ξεχνώ τίποτα/ Έτσι θα πληρώσω για όλα/ Αναδρομικά και με τόκο/ Εσύ καθάρισες/ Ήρθε η ώρα να μπεις στον κόσμο/ που τόσο μίσησες/ και να μπει κι αυτός μέσα σου/ Να θυμάσαι όμως/ ότι αυτή η ουλή στο μηρό σου/ μού ανήκει/ Θα γίνει η μόνη μου ιδιοκτησία/ Δική μου/ Και που ξέρεις/ Μπορεί στις περιπλανήσεις μου/ σε χρόνους μέσα σε χρόνους/ να βρω κάποτε κι εκείνο το μαχαίρι»/ Κάτι πύρωσε μέσα της/ θυμός/ έξαψη/λαγνεία/ αποστροφή/ αγάπη/ κενό/ Τον έσφιξε με δύναμη επάνω στο σώμα της/  Όλα έμοιαζαν εντελώς φυσιολογικά.

 

Γ.Κ.

Comments are closed.