Τιμή και μνήμη σε όσους αγωνίσθηκαν για την ελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό

Τιμή και μνήμη σε όσους αγωνίσθηκαν για την ελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό

Ως ελάχιστο δείγμα τιμής και μνήμης όσων πριν από 200 χρόνια ξεκίνησαν τον αιματηρό δρόμο της ελευθερώσεως τους από τον ζυγό των τούρκων, παρουσιάζουμε την έκτη ωδή «Αι Ευχαί» από την συλλογή «Λυρικά» του Ανδρέα Κάλβου, η οποία τυπώθηκε στο Παρίσι το 1826.

Εδώ αναδεικνύεται ακόμη πιο ξεκάθαρα η επαναστατικότητα και η απόλυτη προσήλωση του ποιητή στην ελευθερία. Το ποίημα γράφτηκε το 1825, έτος κρίσιμο για την Ελληνική Επανάσταση. Ο ποιητής εκφράζει την αντίθεσή του στις περί προστασίας διαπραγματεύσεις οι οποίες επραγματοποιούντο,  το 1825, μεταξύ της ελληνικής κυβερνήσεως και των Άγγλων, κυρἰως. Τελικά, οι `Ελληνες πολιτικοί και η μεγάλη πλειοψηφία των στρατιωτικών υπογράφουν στις 24 Ιουλίου 1825 την “Πράξιν Υποταγής”. Πρόκειται  για έγγραφο με το οποίο ζητούν επίσημα την αγγλική προστασία. Είναι η αρχή των νέων δεινών για τους ανθρώπους ελλαδικού χώρου, τα οποία συνεχίζονται έως σήμερα…

Στα μελοποιημένα τμήματα της ωδής, τα οποία έγιναν από τον Μίκη Θεοδωράκη, παραλείπεται σκοπίμως η τέταρτη στροφή της ωδής, η οποία αρχίζει με τον στίχο: «Παρὰ προστάτας ῾νἄχωμεν.» Αντ’αυτού γίνεται άλμα στην 15η στροφή. Γενικώς, υπάρχει μία πολτοποίηση των ευχών, οι οποίες έχουν ως κεντρικό άξονα την επιθυμία του Κάλβου να μην τεθεί η Ελλάδα κάτω από ξένη προστασία.

Η πολτοποίηση αυτή αφαιρεί την ουσία και έγινε επειδή ο Θεοδωράκης και η περιπλανὠμενη κομπανία των πολιτικών δεν ήθελε να δυσαρεστήσει τους αγγλογάλλους, και λοιπούς προστάτες, προκειμένου να βοηθήσουν ώστε να αντικατασταθεί ο εξουσιαστικός συρφετός των στρατιωτικών με τον εξουσιαστικό συμφερτό των πολιτικών. Κάτι το οποίο τελικά έγινε με αποτέλεσμα τα όσα βιώνει την τελευταία ο κόσμος.

Στην προκειμένη περίπτωση ισχύει η φράση: «Καλλιτέχνες και πολιτικοί, δύο κώλοι ένα βρακί».

Μετά την μελοποιημένη παρουσίαση παρατίθεται ολόκληρη η ωδή.

α΄.

Τῆς θαλάσσης καλήτερα
φουσκωμένα τὰ κύματα
῾νὰ πνίξουν τὴν πατρίδα μου
ὡσὰν ἀπελπισμένην,
ἔρημον βάρκαν. 5

β´.

῾Στὴν στεριάν, ῾ς τὰ νησία
καλήτερα μίαν φλόγα
῾νὰ ἰδῶ παντοῦ χυμένην,
τρώγουσαν πόλεις, δάση,
λαοὺς καὶ ἐλπίδας. 10

γ´.

Καλήτερα, καλήτερα
διασκορπισμένοι οἱ Ἕλληνες
῾νὰ τρέχωσι τὸν κόσμον,
μὲ ἐξαπλωμένην χεῖρα
ψωμοζητοῦντες· 15

δ´.

Παρὰ προστάτας ῾νἄχωμεν.
Μὲ ποτὲ δὲν ἐθάμβωσαν
πλούτη ἢ μεγάλα ὀνόματα,
μὲ ποτὲ δὲν ἐθάμβωσαν
σκήπτρων ἀκτῖνες. 20

ε´.

Ἂν ὁπόταν πεθαίνῃ
πονηρὸς βασιλεὺς
ἔσβυν᾿ ἡ νύκτα ἕν᾿ ἄστρον,
ἤθελον μείνει ὀλίγα
οὐράνια φῶτα. 25

ς´.

Τὸ χέρι ὁποὺ προσφέρετε
ὡς προστασίας σημεῖον
εἰς ξένον ἔθνος, ἔπνιξε
καὶ πνίγει τοὺς λαούς σας,
πάλαι, καὶ ἀκόμα. 30

ζ´.

Πόσοι πατέρες δίδουσιν,
ὄχι ψωμί, φιλήματα
῾ς τὰ πεινασμένα τέκνα τους,
ἐν ᾧ λάμπουν ῾ς τὰ χείλη σας
χρυσὰ ποτήρια! 35

η´.

Ὅταν ὑπὸ τὰ σκῆπτρά σας
νέους λαοὺς καλεῖτε,
νέους ἱδρῶτας θέλετε
ἐσεῖς διὰ ῾νὰ πληρώσητε
πλουσιοπαρόχως, 40

θ´.

Τὰ ξίφη ὁποὺ φυλάγουσι
τὰ τρέμοντα βασίλειά σας,
τὰ ξίφη ὁποὺ τρομάζουσι
τὴν ἀρετήν, καὶ σφάζουσι
τοὺς λειτουργούς της. 45

ι´.

Θέλετε θησαυροὺς
πολλοὺς διὰ ῾ναγοράσητε
κρότους χειρῶν καὶ ἐπαίνους,
καὶ τ᾿ ἄπιστον θυμίαμα
τῆς κολακείας. 50

ια´.

Ἡμεῖς διὰ τὸν σταυρὸν
ἀνδρείως ὑπερμαχόμεθα
καὶ σεῖς ἐβοηθήσατε
κρυφὰ τοὺς πολεμοῦντας
σταυρὸν καὶ ἀλήθειαν. 55

ιβ´.

Διὰ ῾νὰ θεμελιώσητε
τὴν τυραννίαν τιμᾶτε
τὸν σταυρὸν εἰς τὰς πόλεις σας,
καὶ αὐτὸν ἐπολεμήσατε
εἰς τὴν Ἑλλάδα. 60

ιγ´.

Καὶ τώρα εἰς προστασίαν μας
τὰ χέρια σας ἁπλόνετε!
τραβήξετέ τα ὀπίσω·
βλέπει ὁ θεὸς καὶ ἀστράπτει
διὰ τοὺς πανούργους. 65

ιδ´.

Ὅταν τὸ δένδρον νέον
ἐβασάνιζον οἱ ἄνεμοι,
τότε βοήθειαν ἤθελεν,
ἐνδυναμώθη τώρα
φθάνει ἡ ἰσχύς του. 70

ιε´.

Τὸ ξίφος σφίγξατ᾿ Ἕλληνες –
τὰ ὀμμάτιά σας σηκώσατε –
ἰδού – εἰς τους οὐρανοὺς
προστάτης ὁ θεὸς
μόνος σας εἶναι. 75

ις´.

Καὶ ἂν ὁ θεὸς καὶ τ᾿ ἄρματα
μᾶς λείψωσι, καλήτερα
πάλιν ῾νὰ χρεμετήσωσι
῾ς τὸν Κιθαιρῶνα Τούρκων
ἄγριαι φορᾶδες. 80

ιζ´.

Παρά…. Αἴ, ὅσον εἶναι
τυφλὴ καὶ σκληροτέρα
ἡ τυραννίς, τοσοῦτον
ταχυτέρως ἀνοίγονται
σωτήριοι θύραι. 85

ιη´.

Δὲν μὲ θαμβόνει πάθος
κανένα· ἐγὼ τὴν λύραν
κτυπάω, καὶ ὁλόρθος στέκομαι
σιμὰ εἰς τοῦ μνήματός μου
τ᾿ ἀνοικτὸν στόμα. 90

Και μία ακόμη μελοποίηση από τον ΚΛΑΔΗ ΑΝΤΩΝΗ και απόδοση από την ανδρική Χορωδία Ζακύνθου «Η ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ».

H.A.

Αναδημοσίευση από το AnarchyPress:

Τιμή και μνήμη σε όσους αγωνίσθηκαν για την ελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό

Comments are closed.