Χρονικά του πολέμου της Ουκραΐνας (Α’)

Χρονικά του πολέμου της Ουκραΐνας (Α’)

Γιατί πόλεμος;

Επιχειρώντας μια πρώτη προσέγγιση, θα λέγαμε πως σίγουρα δεν είναι εύκολο να ερμηνευτεί το σύνολο των αιτιών αναφορικά με τον πόλεμο στην Ουκραΐνα. Για ποιους λόγους το ΝΑΤΟ επιδιώκει την επέκτασή του εκεί, όταν εδώ και 15 περίπου χρόνια η Ρωσσία καθιστά σαφές, με κάθε ευκαιρία και σε όλους τους τόνους, ότι αυτό αποτελεί κόκκινη γραμμή; Μάλιστα, όταν υπάρχουν πολλοί Αμερικανοί αναλυτές (συμπεριλαμβανομένου του Κίσσιγκερ) που, ήδη από τη δεκαετία του ’90, δήλωναν πως η υπερεπέκταση του ΝΑΤΟ θα είναι καταστροφική· πρόκειται να οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε πόλεμο.

Παραθέτουμε τρία από τα ουκ ολίγα σχετικά παραδείγματα.

Τον Ιούνη του 1997, πενήντα ειδικοί των διεθνών σχέσεων, μεταξύ των οποίων και ο Jack Matlock, τελευταίος πρεσβευτής των ΗΠΑ στην πρώην Σοβιετική Ένωση, στέλνουν ανοιχτή επιστολή στον πρόεδρο των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον, στην οποία αναφέρουν: […]Πιστεύουμε ότι η τρέχουσα προσπάθεια επέκτασης του ΝΑΤΟ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, η οποία βρέθηκε στο επίκεντρο των πρόσφατων Συνόδων Κορυφής του Ελσίνκι και του Παρισιού, αποτελεί πολιτικό σφάλμα ιστορικών διαστάσεων. Πιστεύουμε ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ θα μειώσει τη συμμαχική ασφάλεια και θα διαταράξει την ευρωπαϊκή σταθερότητα[…].

Ο Αμερικανός μελετητής των διεθνών σχέσεων John Mearsheimer έλεγε το 2015 ότι: Αυτό που συμβαίνει εδώ είναι ότι η Δύση οδηγεί την Ουκρανία στον κατήφορο και το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι η Ουκρανία θα καταστραφεί.

Ο George Beebe, ειδικός σύμβουλος της CIA για τη Ρωσσία, ανέφερε: Η επιλογή που αντιμετωπίσαμε στην Ουκρανία – και χρησιμοποιώ επίτηδες τον αόριστο – ήταν αν η Ρωσσία θα ασκούσε βέτο στην εμπλοκή του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ή στο πεδίο της μάχης. Και επιλέξαμε να διασφαλίσουμε ότι το βέτο θα ασκηθεί στο πεδίο της μάχης, ελπίζοντας ότι είτε ο Πούτιν θα συγκρατούσε το χέρι του είτε ότι η στρατιωτική επιχείρηση θα αποτύγχανε…[1].

Παρότι, λοιπόν, ο πόλεμος φαίνεται πως πολύ εύκολα θα μπορούσε να αποφευχθεί (θα αρκούσε να καταστεί η Ουκραΐνα ουδέτερο έδαφος μεταξύ Ρωσσίας και ΝΑΤΟ, όπως η Φινλανδία ή η Αυστρία την εποχή του Ψυχρού Πολέμου), υπήρξε η συνειδητή επιλογή να εξωθηθούν τα πράγματα στα άκρα. Έτσι, η Ουκραΐνα βρίσκεται στο τραγικό σημείο αφ’ ενός ουδείς Δυτικός παράγοντας (ή κολαούζος) να μην τολμά την αποστολή στρατεύματος -καθώς κάτι τέτοιο μπορεί να προκαλέσει πυρηνικό ολοκαύτωμα- κι από την άλλη οι Δυτικοί να απαγορεύουν στα ενεργούμενά τους να παραδοθούν, πιέζοντάς τους να πολεμήσουν και να ματώσουν σε έναν πόλεμο που δεν μπορούν και είναι αδύνατον να κερδίσουν. Ουσιαστικά επιδιώκεται μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη παράταση της σύγκρουσης.

Παρατηρούμε λοιπόν πως εύλογες και «ανώδυνες» ενδοεξουσιαστικές διευθετήσεις, όπως η ουδετερότητα, δεν εφαρμόζονται. Βέβαια, «ανώδυνες» σε ό,τι αφορά το λογικό, το αναμενόμενο, το αντικειμενικά προφανές, ακόμη και για τον βούρκο της πολιτικής. Σε μια τέτοια περίπτωση, μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως υπάρχουν ισχυροί παίκτες που εμποδίζουν αυτές τις διευθετήσεις, αναμφιβόλως γιατί τα συμφέροντά τους ταυτίζονται με την προοπτική των ανθρωποσφαγών και όχι με λογικές «ουδετερότητας».

Αυτό το πλέγμα συμφερόντων θα πρέπει να αναζητήσουμε.

Παρασυρμένος από τον George Beebe, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι επιδίωξη της Δύσης θα ήταν η αποδυνάμωση της Ρωσσίας, με το να εμπλακεί σε πόλεμο και μακροχρόνια κατοχή της Ουκραΐνας. Κρίνουμε αυτήν την άποψη ως επισφαλή. Όχι μόνο γιατί οι Ρώσσοι διαθέτουν την εμπειρία του Αφγανιστάν[2] και δεν σκοπεύουν να βυθιστούν στη λάσπη της Ουκραΐνας για καιρό, αλλά κι επειδή προετοιμάστηκαν συστηματικά για το ενδεχόμενο ενός τέτοιου πολέμου μετά το πραξικόπημα του 2014 στην Ουκραΐνα. Είτε αναπτύσσοντας στρατιωτική τεχνολογία που δεν έχει κανείς άλλος αυτή τη στιγμή, είτε – το κυριότερο – γιατί προετοιμάστηκαν για το ενδεχόμενο οικονομικού πολέμου, μειώνοντας την έκθεσή τους στο δολάριο και στοκάροντας χρυσό σαν να μην υπάρχει αύριο. Αυτές ήταν κινήσεις ορατές σε όλους και πολλοί αναρωτιούνταν για ποιό λόγο αγοράζει τόσο χρυσό η Ρωσσία, όπως επίσης και η Κίνα. Αυτή τη στιγμή το ρούβλι στην εσωτερική αγορά της Ρωσσίας ουσιαστικά στηρίζεται από τα κρατικά αποθέματα χρυσού. Και τούτο έγινε φανερό όταν η κεντρική τράπεζα της Ρωσσίας, εν μέσω του πολέμου, μηδένισε τη φορολογία για τις εσωτερικές αγορές χρυσού.

Επιπλέον, ανέπτυξαν δικό τους σύστημα διατραπεζικών διεθνών ηλεκτρονικών πληρωμών και το συνέδεσαν με το σύστημα διεθνών πληρωμών της Κίνας με σαφή στόχο να παρακάμψουν το σύστημα SWIFT που ελέγχεται από τις Δυτικές τράπεζες. Οποιοσδήποτε θέλει να εμπορευτεί μαζί τους μπορεί να το κάνει είτε απευθείας είτε, σε αρκετά μεγαλύτερο βαθμό, μέσω της Κίνας που τους στηρίζει, παρακάμπτοντας το SWIFT.

Αναφέρουμε τα παραπάνω απλώς για να καταδειχθεί ότι υπήρξε μακρά προετοιμασία από τους Ρώσσους και ότι ο οικονομικός πόλεμος ήταν αναμενόμενος καθώς προετοιμάζονταν γι’ αυτόν. Οι New York Times έγραψαν ότι οι δυτικές υπηρεσίες γνώριζαν πως οι Κινέζοι ήταν ενήμεροι για την εισβολή τουλάχιστον ένα μήνα πριν. Μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε ότι τα γεγονότα ήταν αναμενόμενα και από τους Δυτικούς αρκετούς μήνες πριν.

Γιατί λοιπόν επιδείχθηκε «αδιαλλαξία» μέχρι το τέλος, με τον Ζελένσκυ μάλιστα να δηλώνει πως θα μπει στο ΝΑΤΟ λίγες ώρες πριν την εισβολή;

Οι οικονομικές κυρώσεις είναι βέβαιο ότι θα πονέσουν το Ρωσικό κράτος (και κυρίως τους εξουσιαζόμενούς του), αλλά το ζήτημα είναι πως η Ευρωπαϊκή Ένωση (κι αντίστοιχα τα εκατομμύρια που εξουσιάζει) θα πονέσει το ίδιο και περισσότερο˙ είναι κοινή αλήθεια πως οι Ρώσσοι έχουν αναπτύξει ισχυρότερα «αντισώματα» στην φτώχεια και τα παράγωγα αυτής, κάτι που τους καθιστά περισσότερο σκληροτράχηλους. Η Ρωσσία είναι σφιχτά ενταγμένη στο διεθνές εμπόριο. Και τούτο, όχι μόνο λόγω των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά κι ένεκα των εξαγωγών πρώτων υλών που είναι απαραίτητες για τη βιομηχανία˙ χαλκός, αλουμίνιο, παλλάδιο, νικέλιο και πολλά άλλα. Ειδικά το νικέλιο είναι απολύτως αναγκαίο για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα της «πράσινης» ανάπτυξης. Και μην ξεχνάμε ότι μερίδιο από τις μεγάλες Ρωσσικές επιχειρήσεις κατέχει και η Ευρωπαϊκή Ελίτ˙ ειδικά οι Γερμανοί, με πολλά δισεκατομμύρια επενδύσεων στη Ρωσσία – την ώρα που η πλειονότητα των Ρώσσων παραμένουν φτωχοί.

Επιπλέον, το πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων της Ρωσσικής κεντρικής τράπεζας στο εξωτερικό (ύψους 600 περίπου δις δολαρίων) σημαίνει ότι αυτομάτως κάποιες εκατοντάδες δις έπαψαν πλέον να υπάρχουν ως χρήματα στο διεθνές οικονομικό σύστημα. Γνωρίζουμε ότι έχουν δρομολογηθεί άσχημα πράγματα και με λιγότερα.

Επομένως, όταν η Ευρωπαϊκή ελίτ επιτίθεται οικονομικά στην αντίστοιχη Ρωσσική, αλλά κυρίως στο σύνολο των Ρώσσων εξουσιαζόμενων, ουσιαστικά «πυροβολούν» και τον εαυτό τους. Γιατί λοιπόν το επιδιώκουν κάποιοι;

Βλέπουμε ότι όσο προχωρούμε μάς δημιουργούνται περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις.

Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για την εξασφάλιση της επιρροής των ΗΠΑ στην Ευρώπη. Για την μετατόπιση ισχύος που αργά αλλά σταθερά γέρνει προς την Ασία. Για την οριστική διευθέτηση των εκκρεμοτήτων του μετασοβιετικού χώρου. Για την επιτάχυνση της απο-δολαριοποίησης στον πλανήτη, την «ανάγκη» νέας αρχιτεκτονικής ασφαλείας που προκύπτει από τις μετατοπίσεις ισχύος… Και ίσως για άλλα τόσα που δεν γνωρίζουμε.

Θεωρούμε όμως μεγαλύτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος το να αναφερθούμε σε κάποιες «αφανείς» στοχεύσεις του πολέμου. Ειδικότερα, σε αυτές που σχετίζονται με την «Μεγάλη Επανεκκίνηση» καθώς και την διευθέτηση του κολοσσιαίου τραπεζικού χρέους στη Δύση. Γιατί δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε ότι ο πόλεμος ήρθε σε μια χρονική στιγμή που οι τεκτονικές αναταράξεις από την «κρίση πανδημίας» μόλις που άρχισαν να «εξασθενούν» και να περνούν σε δεύτερη μοίρα. Ορισμένες συμπτώσεις είναι πολύ κραυγαλέες για να θεωρηθούν συμπτώσεις. Ιδίως, όταν γνωρίζουμε ότι ουσιαστικά είχε ανακοινωθεί το πέρας των στρατιωτικής φύσης μέτρων «κατά» του κορωναϊού κάπου στις αρχές της άνοιξης -ή το πολύ του καλοκαιριού- του 2022.

Ενεργειακή και επισιτιστική «κρίση»

Παράλληλα, με την λεγόμενη «πανδημία» είχαμε τους προηγούμενους μήνες σημαντική αύξηση των τιμών στα καύσιμα καθώς και στα είδη βασικής διατροφής, ως «λογικό» επακόλουθο. Τότε δεν είχαμε ακόμα έναν πόλεμο με αμιγώς στρατιωτικά μέσα, ωστόσο βιώναμε έναν υβριδικό πόλεμο με αφορμή την «πανδημία»˙ τα καταστροφικά του αποτελέσματα στις κοινωνίες παγκοσμίως είναι ανυπολόγιστα. Αυτές οι αυξήσεις φαίνονταν ως αποτέλεσμα «μαγείας» καθώς κανείς «υπεύθυνος» δεν έδινε κάποια εξήγηση γι’ αυτό.

Φαίνεται ότι αυτή η κατάσταση προήλθε από το αθρόο τύπωμα νέου χρήματος. Το «λειτούργημα» αυτό προήλθε από τις κεντρικές τράπεζες, που τροφοδότησαν έτσι την χρηματιστηριακή φούσκα, καθώς και τα νέα χρέη των κρατών για την αντιμετώπιση της «πανδημίας». Δηλαδή το να χρηματοδοτούν τους ανθρώπους για να κάθονται άπραγοι και φοβισμένοι στα σπίτια τους, οδηγώντας παράλληλα κάθε παραγωγική δραστηριότητα στο ναδίρ. Η FED τύπωνε 120 δις δολάρια κάθε μήνα[3] και ανάλογα έπρατταν η ΕΚΤ και η τράπεζα της Ιαπωνίας. Οικονομικοί αναλυτές αναφέρουν ότι ουσιαστικά η άνοδος των τιμών των καυσίμων προέκυψε από τη νομισματική υποτίμηση, που προήλθε από αυτές τις πρακτικές των κεντρικών τραπεζών. Το ότι η υποτίμηση αυτή δεν ήταν κολοσσιαία οφείλεται στο ότι η πλειονότητα αυτού του χρήματος υφίσταται εντός της χρηματιστηριακής φούσκας˙ σπανίως βλέπει το φως της πραγματικής οικονομίας. Ήταν όμως αρκετή για να επηρεάσει καθοριστικά τις τιμές των καυσίμων και των βασικών αγαθών.

Ουσιαστικά, οι κεντρικές τράπεζες εξέδωσαν χρήμα (και άρα χρέος) με το οποίο εταιρείες-κολοσσοί επαναγόρασαν τις μετοχές τους καθώς και οτιδήποτε άλλο «κινούνταν» και «πετούσε»˙ είναι φανερό πως την ευκαιρία τους την πρόσφερε ευχαρίστως η παγκόσμια οικονομική ύφεση της «πανδημίας». Οι γύπες χρειάζονται πτώματα για να επιβιώσουν.

Στα ανωτέρω, οφείλουμε να προσθέσουμε την παγκόσμια μείωση της αγροτικής παραγωγής, λόγω της «κρίσης» του κορωναϊού, κάτι για το οποίο προειδοποιούσαν ορισμένοι ήδη από το 2021. Επίσης, πρέπει να συνυπολογιστεί και η εκτόξευση του κόστους μεταφοράς και διανομής σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, επιτηρούμενης ασφυκτικά από τα «κορωνομέτρα». Το άθροισμα μάς αποκαλύπτει σε μεγάλο βαθμό τους λόγους της εν εξελίξει παγκόσμιας ενεργειακής και επισιτιστικής κρίσης· η οποία εφόσον πλήττει τους «προνομιούχους» της Δύσης, είναι απολύτως καταστροφική για τους πολύ φτωχότερους του Νότου της.

Σήμερα, κανείς δεν χρειάζεται να απολογηθεί για όλα αυτά. Τους «ξέπλυνε» ο Πούτιν παίρνοντας το «φταίξιμο» πάνω του. Η Ρωσσία μαζί με την Ουκραΐνα κατέχουν σε παγκόσμια κλίμακα το 30% των εξαγωγών σιταριού, το 20% των εξαγωγών καλαμποκιού και το 80% των εξαγωγών ηλιέλαιου. Ο Πούτιν ήδη ανακοίνωσε τη μείωση των εξαγωγών για να «εξασφαλίσει» -σύμφωνα με τα λεγόμενά του- την εσωτερική επισιτιστική αυτάρκεια της Ρωσσίας˙ με βάση τους αριθμούς και την κοινή λογική, ο ισχυρισμός αυτός δεν έχει καμία βάση. Ο Svein Tore Holsether, διευθυντής της εταιρείας αγροτικών λιπασμάτων Yara International, ανέφερε στο BBC ότι «για μένα, το θέμα δεν είναι αν οδεύουμε προς μια παγκόσμια επισιτιστική κρίση, αλλά πόσο μεγάλη θα είναι αυτή η κρίση». Την ώρα που ήδη πριν τον πόλεμο, λόγω των lockdown, ο αριθμός των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν κυριολεκτικά τον θάνατο λόγω πείνας αυξήθηκε από τα 80 στα 276 εκατομμύρια. Τώρα;

Ας σημειωθεί πως η Ρωσσία -ακόμα τουλάχιστον- δεν ανακοίνωσε καμία μείωση σε ό,τι αφορά την διάθεση ενέργειας (πετρελαίου και φυσικού αερίου). Οι μεγάλοι «πελάτες» στη Δύση κάνουν εμπάργκο στον εαυτό τους αρνούμενοι να αγοράζουν Ρώσσικο πετρέλαιο ή οι μεταφορείς αρνούνται να το μεταφέρουν, δήθεν για να τιμωρήσουν τον «παράφρονα δικτάτορα», οδηγώντας έτσι τις τιμές στα ύψη. Και οι αχάριστοι καμηλιέρηδες της ερήμου αρνούνται να βοηθήσουν την κατάσταση…

Ο «πράσινος» ολοκληρωτισμός

Φαίνεται λοιπόν ότι υπάρχει μια προσεκτικά κατευθυνόμενη ενεργειακή και επισιτιστική κρίση, η οποία ευνοείται μεν από τον πόλεμο αλλά είχε πυροδοτηθεί πολύ πριν από αυτόν από τις ενέργειες των κεντρικών τραπεζών και της «πανδημίας» (ουσιαστικά μιλάμε για το ίδιο πράγμα). Σήμερα, αυτή ενισχύεται όχι τόσο από τον πόλεμο αυτόν καθαυτόν, αλλά από τις οικονομικές κυρώσεις. Και οι κυρώσεις αυτές δεν υφίστανται τόσο για να τιμωρήσουν τη Ρωσσία (αυτή έχει τον τρόπο της…), αλλά ακριβώς για να δημιουργηθεί αυτή η κατάσταση σπάνης ενέργειας και τροφίμων παγκοσμίως. Ασφαλώς, αντιλαμβανόμαστε την σύνδεσή των παραπάνω με την λεγόμενη «πράσινη» ενέργεια και ανάπτυξη για την οποία έχουν συγκεντρωθεί και στην οποία κατευθύνονται πλέον τρισεκατομμύρια δολάρια. Πέρα από το γεγονός ότι είναι υπερφιλόδοξη, πέρα από το γεγονός ότι μόνο «πράσινη» δεν είναι, αποτελεί ένα από τα ζητούμενα της «Μεγάλης Επανεκκίνησης».

Αυτή τουλάχιστον είναι η στόχευση των Ελίτ. Η «πανδημία» δίνει την σκυτάλη σε μία επισιτιστική-ενεργειακή «κρίση». Ποια είναι η κοινή τους συνισταμένη; Ασφαλώς το γεγονός πως και οι δύο καταστάσεις δημιουργήθηκαν τεχνητά, ακριβώς για να προωθήσουν την ατζέντα της συμμορίας του Νταβός, του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ και των άλλων «φιλάνθρωπων» ιδρυμάτων. Άλλως τε, πώς αλλιώς μέχρι το 2030 «δεν θα έχουμε τίποτε, αλλά θα είμαστε ευτυχισμένοι»;

Άραγε η Ρωσσία είχε ανάγκη τη μείωση ή και το πάγωμα των εξαγωγών σε σιτάρι και λιπάσματα προκειμένου να κερδίσει τον πόλεμο; Δεν το πιστεύουμε. Είναι ήδη ο βασικός δρων της σύγκρουσης και ο βασικός δρων είναι που επαναδιατυπώνει και θέτει τους κανόνες της σύγκρουσης. Από τη μια είναι σαφές ότι υπάρχει σύγκρουση στο γεωστρατηγικό επίπεδο: όντως η Ρωσία θέλει να απωθήσει το ΝΑΤΟ δυτικότερα από τα σύνορά της, όντως θέλει να επαναδιαπραγματευτεί το ρόλο της από θέση ισχύος σε ένα διεθνές πολυπολικό σύστημα (για το οποίο μιλούσε ο Γκορμπατσώφ ήδη πριν το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης[4]). Σε ένα άλλο επίπεδο, όμως, αυτό της «Μεγάλης Επανεκκίνησης», υπάρχει σύνθεση. Θα δούμε και άλλα παραδείγματα αυτής της σύνθεσης και της «εμμέσως πλην σαφώς αμφίθυμης» στάσης της Ρωσίας αργότερα.

Κι όλα αυτά δεν χρειάζεται πλέον να αιτιολογηθούν. Ο εξουσιαστικός πόλεμος αιτιολογεί τα πάντα δίχως όριο. Κάποιος εξωτερικός παρατηρητής θα μπορούσε να αποδώσει τις εκατέρωθεν οικονομικές κυρώσεις στο τυπικό σχήμα δράσης – αντίδρασης, λόγω του πολέμου, που οδηγεί σε μια διαρκή κλιμάκωση με βάση τις «εύλογες» ενέργειες των παικτών. Μια περισσότερο προσεκτική ανάγνωση θα αναδείκνυε ότι ο ένας δίνει την κατάλληλη αιτιολόγηση στον άλλον και στο τέλος η αφανής «δουλειά», γίνεται. Θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί σε ότι αφορά τη μεγάλη εικόνα: να βλέπουμε δηλαδή και την σύγκρουση και την σύνθεση.

Στον κόσμο του μέλλοντος η ενέργεια θα κοστίζει πολύ και αυτό δεν θα είναι κάτι το παροδικό, λόγω του πολέμου˙ συσχετίζεται απόλυτα με τη βασική θέση της «πράσινης» ατζέντας περί μείωσης του «ενεργειακού αποτυπώματος» του καθενός. Σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, όπου κάποιος εξαρτάται από την άλλη άκρη της Γης προκειμένου να τραφεί, να ντυθεί και να ζεσταθεί, ακριβή ενέργεια σημαίνει ότι θα παράγονται λιγότερα αγαθά και υπηρεσίες – κι αυτά που παράγονται θα είναι ακριβότερα. Αυτό για κάποιους σημαίνει χρεοκοπία, για άλλους σημαίνει περισσότερη λιτότητα και για άλλους, τους φτωχότερους, σημαίνει πείνα. Σε κάθε περίπτωση, σημαίνει μείωση του γενικού επιπέδου διαβίωσης κατά μέσο όρο και ότι τα χέρια που θα απλώνονται προς το «φιλεύσπλαχνο» κράτος θα αυξάνονται. Το ίδιο θα αυξάνονται και οι απαιτήσεις του κράτους προς τα «απλωμένα χέρια»· και στην περίοδο της «πανδημίας» είδαμε ξεκάθαρα ποιες μπορεί να είναι αυτές: τεχνοκρατία, ψηφιοποίηση, έλεγχος. Το ίδιο θα αυξάνονται τα απλωμένα χέρια των κρατών προς τις κεντρικές τράπεζες που ελέγχουν «ελέω Θεού» τη νομισματική πολιτική.

Εν τέλει, σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία (δεν μιλάμε για τοπικές οικονομίες μικρής κλίμακας με προσανατολισμό στην αυτάρκεια) ακριβή ενέργεια και τρόφιμα σημαίνουν αύξηση της θνησιμότητας του παγκόσμιου πληθυσμού.

Τα παραπάνω -καθώς και άλλα που θα αναφέρουμε στη συνέχεια- τα γνωρίζουν άριστα οι Δυτικές ελιτίστικες συμμορίες, τα γνωρίζει άριστα και ο Πούτιν. Ας είναι προσεκτικότεροι, λοιπόν, όσοι σπεύδουν να πάρουν τη μία ή την άλλη πλευρά του πολέμου. Ας αναλογιστούν βαθύτερα πάνω στα στάδια του ντόμινο που εξελίσσεται ήδη.

Δεν θα διαλέξουμε «το μικρότερο κακό», την όποια «σωστή πλευρά» ή ολίγη από «εναλλακτική» εξουσία. Ο μόνος πόλεμος που αναγνωρίζουμε είναι ο κοινωνικός,  αυτός όπου οι καταπιεσμένοι αγωνίζονται ενάντια στο κράτος και την εξουσία. Οι πόλεμοι που οργανώνουν οι Ελίτ όπου Γης είναι επιπλέον υποδούλωση, επιπλέον εξαθλίωση και δεσμά για όλους τους ανθρώπους.

 Όσο μπορούμε, με αγώνα, με πίστη, με κουράγιο, ας τους χαλάσουμε τα σχέδια.

 

Αναρχική συλλογικότητα Πυργῖται

 

 

[1]https://www.msnbc.com/opinion/msnbc-opinion/russia-s-ukraine-invasion-may-have-been-preventable-n1290831

[2]Στις 24 Δεκεμβρίου 1979, ο σοβιετικός στρατός εισβάλει στο Αφγανιστάν. Ως πρόσχημα χρησιμοποιήθηκε από τον τότε επικεφαλής της ΕΣΣΔ Λεονίντ Μπρέζνιεφ η εξέγερση ενάντια στο κομμουνιστικό καθεστώς, που είχε επιβληθεί με πραξικόπημα στις 27 Απριλίου 1978. Τα σοβιετικά στρατεύματα αποχώρησαν ουσιαστικά ηττημένα στις 15 Φεβρουαρίου 1989. Η σχεδόν δεκαετής ανθρωποσφαγή άφησε πίσω περισσότερο από 1.000.000 νεκρούς Αφγανούς και αρκετές χιλιάδες σοβιετικούς στρατιώτες. Περίπου, το 6.5%-11.5% του συνολικού πληθυσμού της χώρας εξοντώθηκε στην διάρκεια της ανθρωποσφαγής. Οι πρόσφυγες του πολέμου υπολογίζονται σε αρκετά εκατομμύρια, κυρίως στο Ιράν και Πακιστάν˙ στην πλειονότητά τους δεν επέστρεψαν ποτέ στον τόπο τους.

Ουσιαστικά επρόκειτο για ένα από τα τελευταία «επεισόδια» του Ψυχρού Πολέμου που, σύμφωνα με πολλούς γεωπολιτικούς αναλυτές (όπως ο Thomas Hegghammer), επίσπευσε τις διαδικασίες αποσύνθεσης της ΕΣΣΔ. Το κύριο σώμα των Αφγανών ανταρτών, οι λεγόμενοι Μουτζαχεντίν, εξοπλιζόταν συστηματικά τόσο από τις Η.Π.Α, όσο και από άλλα κράτη, όπως η Κίνα, το Πακιστάν, η Σαουδική Αραβία, η Μ. Βρετανία, το Ιράν. Παρόλα αυτά, ήταν κυρίως οι Η.Π.Α και η Μ. Βρετανία που για μία ακόμη φορά χρησιμοποίησαν στο έπακρο εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες, για να προωθήσουν τα δικά τους γεωπολιτικά συμφέροντα, αδιαφορώντας για το αιματοκύλισμα που θα προκληθεί.

[3]https://www.barrons.com/articles/fed-reiterates-pledges-on-near-zero-rates-and-120-billion-in-monthly-bond-buys-51611775474

[4] Περεστρόικα, Μιχαήλ Γκορμπατσώφ (εκδόσεις Λιβάνη, 1987)

Comments are closed.